Τα άτομα που έχουν οριακά αυξημένα επίπεδα του σακχάρου του αίματος, χωρίς όμως να πάσχουν από διαβήτη, ενδεχομένως να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο νεφρικών προβλημάτων, αποφαίνεται νορβηγική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο American Journal of Kidney Diseases.
Συγκεκριμένα, συγκριτικά με τα άτομα που έχουν φυσιολογικά επίπεδα σακχάρου, εκείνοι με οριακά πάνω από το φυσιολογικό είναι πιθανότερο να έχουν περισσότερηλευκωματίνη στα ούρα και μη φυσιολογική διύλιση του αίματος.
Παγκοσμίως, εκτιμάται ότι ένας στους εννέα ενήλικες πάσχει από διαβήτη, που συχνά είναι απόρροια της παχυσαρκίας και της γήρανσης. Κι ενώ ο διαβήτης έχει σχετιστεί με τη χρόνια νεφρική νόσο, οι επιστήμονες διαφωνούν για τις τιμές του σακχάρου στο αίμα που θέτουν σε κίνδυνο τον οργανισμό για νεφρική νόσο. Επίσης, δεν υπάρχει ομοφωνία ως προς τον τρόπο διάγνωσης και θεραπείας των ατόμων με οριακά υψηλά επίπεδα γλυκόζης στο αίμα και αν η κατάσταση αυτή πρέπει να χαρακτηρίζεται «προ-διαβήτης».
Έτσι, ερευνητές στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Νορβηγίας, με επικεφαλής τον Δρ Τοραλφ Μελσον, κατέγραψαν τις τιμές του σακχάρου και τυχόν ενδείξεις νεφρικής βλάβης σε 1.261 άτομα, 50-62 ετών, χωρίς διάγνωση διαβήτη.
Οι ερευνητές μέτρησαν τόσο το σάκχαρο νηστείας, όσο και τα επίπεδα της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HbA1c). Ο δεύτερος αυτός δείκτης υπολογίζει τον μέσο όρος του σακχάρου σε βάθος αρκετών μηνών βάσει του ποσοστού της πρωτεΐνης στα ερυθροκύτταρα που μεταφέρουν οξυγόνο, η οποία είναι επικαλυμμένη με σάκχαρο.
Στην αρχή της μελέτης, 595 άτομα είχαν ελαφρώς μη φυσιολογικά επίπεδα σακχάρου, βάσει των αμερικανικών κατευθυντήριων οδηγιών, ενώ βάσει των οδηγιών άλλων χωρών, μόνο 169 είχαν μη φυσιολογικά αποτελέσματα.
Μετά από περίοδο πέντε ετών, τα άτομα με ελαφρώς αυξημένα επίπεδα σακχάρου, βάσει του συνόλου των κατευθυντήριων οδηγιών, ήταν πιθανότερο να έχουν υπερδιήθηση, κατάσταση που πιστεύεται ότι συντελεί σε νεφρική βλάβη στα διαβητικά άτομα.
Οι συμμετέχοντες που είχαν οριακά αυξημένα επίπεδα σακχάρου νηστείας είχαν επίσης περισσότερες πιθανότητες να έχουν αυξημένη λευκωματίνη στα ούρα, ένδειξη πρώιμης νεφρικής βλάβης.
Η υποομάδα των ατόμων με ελαφρών υψηλά επίπεδα σακχάρου, βάσει των μη αμερικανικών κατευθυντήριων οδηγιών είχαν 95% περισσότερες πιθανότητες να έχουν υψηλά ποσοστά διήθησης και 83% πιο πιθανό να έχουν περίσσεια λευκωματίνης στα ούρα.
«Η μελέτη έγινε σε μεσήλικα άτομα της καυκάσιας φυλής και ενδέχεται να μην αφορούν άλλους πληθυσμούς. Επίσης, δεν είναι καταληκτικά ως προς τον βέλτιστο τρόπο ορισμού της νεφρικής διήθησης σε μεγάλες πληθυσμιακές μελέτες, επειδή οι νεφρώνες διαφέρουν ανάλογα την ηλικία και το φύλο», υπογραμμίζουν οι ερευνητές.
Σε κάθε περίπτωση η μελέτη υπογραμμίζει την ανάγκη οι γιατροί να είναι περισσότερο προσεκτικοί στην διαχείριση των ατόμων με οριακά υψηλά επίπεδα σακχάρου. Ενώ και οι ίδιοι οι ασθενείς θα πρέπει να εστιάζουν σε αλλαγές στον τρόπο ζωής τους, με βελτίωση της διατροφής, περισσότερη άσκηση και απώλεια των περιττών κιλών.
ΠΗΓΗ: in.gr…