Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Ουφε Ραβνσκοφ, πρώην επίκουρο καθηγητή Νεφρολογίας στο Πανεπιστήμιο του Λουντ της Σουηδίας, επαναξιολόγησαν στοιχεία για σχεδόν 70.000 άτομα και διαπίστωσαν ότι δεν υπάρχει σχέση μεταξύ αυτού που παραδοσιακά χαρακτηρίζεται ως «κακή» χοληστερόλη και των πρόωρων θανάτων σε άτομα άνω των 60 ετών από καρδιαγγειακή νόσο. Παρατήρησαν ακόμα ότι το 92% των ανθρώπων με υψηλή χοληστερόλη ζούσαν περισσότερο.
Οι συγγραφείς της μελέτης ζητούν την επαναξιολόγηση των κατευθυντήριων οδηγιών για την πρόληψη της καρδιαγγειακής νόσου και της αθηροσκλήρωσης επειδή «τα οφέλη της θεραπείας με στατίνες έχουν υπερεκτιμηθεί».
Όπως ήταν αναμενόμενο, η ανασκόπηση προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στην επιστημονική κοινότητα που αμφισβητεί την αξιοπιστία των αποτελεσμάτων.
Ο καθηγητής Κολιν Μπαϊτζεντ, επιδημιολόγος στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης σημειώνει ότι η νέα μελέτη έχει «σοβαρές αδυναμίες και συνεπώς έχει καταλήξει σε εντελώς λάθος συμπέρασμα».
Ο καρδιολόγος Δρ Τιμ Τσικο προσθέτει ότι θα τον έπειθε περισσότερο μια τυχαιοποιημένη μελέτη όπου οι ασθενείς θα μείωναν την χοληστερόλη τους με στατίνες και μια ομάδα ελέγχου θα λάμβανε εικονική θεραπεία.
«Έχουν υπάρξει αρκετές μελέτες που έχουν ελέγξει αν η υψηλή χοληστερόλη αυξάνει τον κίνδυνο καρδιακής νόσου δια της μείωσης της χοληστερόλης στα ηλικιωμένα άτομα και έχουν γίνει παρατηρήσεις αν αυτό μειώνει τον κίνδυνο καρδιακής νόσου. Και οι μελέτες αυτές έχουν δείξει ότι η μείωση της χοληστερόλης με φάρμακα όντως μειώνει τον κίνδυνο καρδιακής νόσου στους ηλικιωμένους. Και αυτό το θεωρώ πιο συναρπαστικό από τα στοιχεία της νέας ανασκόπησης», σημειώνει ο Δρ Τσικο.
Επίσης το Βρετανικό Ίδρυμα Καρδιολογίας αμφισβητεί τη μελέτη επισημαίνοντας ότι η σχέση μεταξύ υψηλής LDL («κακής») χοληστερόλης και θανάτου των ηλικιωμένων είναι δύσκολο να εντοπιστεί επειδή καθώς οι άνθρωποι μεγαλώνουν, όλο και περισσότεροι παράγοντες καθορίζουν την γενικότερη κατάσταση της υγείας τους.
«Δεν υπάρχει κανέναν στοιχείο στην παρούσα εργασία που να υποστηρίζει τους ισχυρισμούς των συντακτών ότι οι μελέτες που εξέτασαν αμφισβητούν την άποψη ότι η LDL χοληστερόλη είναι μείζονα αιτία καρδιακής νόσου ή ότι οι κατευθυντήριες οδηγίες για τη μείωση της LDL χοληστερόλης στους ηλικιωμένους πρέπει να επανεξεταστούν» αναφέρει εκπρόσωπος του Βρετανικού Ιδρύματος Καρδιολογίας.
Ο Δρ Μαλκολμ Κεντρικ, μέλος της συντακτικής ομάδας της έρευνας παραδέχεται ότι τα αποτελέσματα είναι αναμενόμενα να τεθούν υπό κάποια αμφισβήτηση, αλλά τα χαρακτηρίζει «ισχυρά» και «διεξοδικά μελετημένα».
«Αυτό που διαπιστώσαμε στην λεπτομερή συστηματική μας ανασκόπηση είναι ότι οι ηλικιωμένοι με υψηλή LDL χοληστερόλη, τη λεγόμενη και ‘κακή’ χοληστερόλη, ζούσαν περισσότερο και είχαν λιγότερη καρδιακή νόσο» υπογραμμίζει.
Ο καθηγητής Σεριφ Σουλταν από το Πανεπιστήμιο της Ιρλανδίας, που επίσης συμμετείχε στην ανασκόπηση, συμπληρώνει ότι η χοληστερόλη είναι ένα από τα «πιο ζωτικά» μόρια του σώματος και προλαμβάνει τις λοιμώξεις, τον καρκίνο, τον μυϊκό πόνο και άλλες παθήσεις στους ηλικιωμένους.
«Η μείωση της χοληστερόλης με φάρμακα για την πρωτοπαθή καρδιαγγειακή πρόληψη σε άτομα άνω των 60 ετών είναι πραγματικό χάσιμο χρόνου και πόρων, ενώ η αλλαγή του τρόπου ζωής είναι ο μοναδικός πιο σημαντικός τρόπος να πετύχεις καλή ποιότητα ζωής» υποστηρίζει.
Ως γνωστόν η αύξηση της χοληστερόλης αποδίδεται στην ανθυγιεινή διατροφή και ειδικότερα στην κατανάλωση πολλών κορεσμένων λιπαρών, καθώς και στο κάπνισμα.
Η χοληστερόλη κυκλοφορεί στο αίμα, καθώς προσκολλάται στις λιποπρωτεΐνες και έχει σχετιστεί με καρδιαγγειακές παθήσεις, όπως η στεφανιαία νόσος, το εγκεφαλικό επεισόδιο και η περιφερειακή αρτηριακή νόσος.
Μαίρη Μπιμπή…