Το ζήτημα της αύξησης των τελών διαμετακόμισης προϊόντων και οι επιπτώσεις στο εμπόριο και στις επιχειρηματικές δραστηριότητες, συζητήθηκαν σήμερα στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ενέργειας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού. Οι αυξήσεις δύνανται να συμβάλουν στις αυξητικές τάσεις του πληθωρισμού και γι’ αυτό πρέπει να αντιμετωπιστούν, ζήτησε η Επιτροπή.
Ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ Κώστας Κώστα έκανε λόγο για σκανδαλώδες ξεπούλημα δημόσιου πλούτου. Ήδη υπήρξαν κατακόρυφες αυξήσεις στα τέλη από τη μέρα που τέθηκαν σε ισχύ οι συμβάσεις, ανέφερε. Υπενθύμισε ότι η Βουλή έστειλε στον Γενικό Εισαγγελέα επιστολή τον Μάη 2018 για να διερευνήσει κατά πόσο υπάρχουν ποινικές ή άλλες ευθύνες για πράξεις ή παραλείψεις που προκύπτουν από την έκθεση του Γενικού Ελεγκτή για το θέμα. Έκανε λόγο για βαρύτατες ευθύνες της κυβέρνησης με τον καταναλωτή να πληρώνει τα σπασμένα.
Ο Πρόεδρος της Επιτροπής, Βουλευτής του ΔΗΣΥ Κυριάκος Χατζηγιάννης, ανέφερε ότι αυτές οι χρεώσεις είναι πολύ ανησυχητικές, ιδιαίτερα στη σημερινή συγκυρία, καθώς έχουν επιπτώσεις στον πληθωρισμό. «Με τον πληθωρισμό δεν παίζουμε», ανέφερε, και κάλεσε σε συγκράτηση. Σε δηλώσεις του μετά από τη συνεδρίαση, ανέφερε ότι δόθηκε προθεσμία δύο βδομάδες προκειμένου αυτή η προσπάθεια να καταλήξει κάπου, με τη μεσολάβηση του Υπουργείου Μεταφορών. Το ζητούμενο της Επιτροπής είναι οι εταιρείες να παγοποιήσουν τις αυξήσεις, δήλωσε, καθώς υπάρχει κίνδυνος για όλη την οικονομία.
Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων Σταύρος Μιχαήλ ανέφερε ότι στη σύμβαση περιλαμβάνεται δείκτης, που υπάρχει σε όλες τις συμβάσεις, για αναπροσαρμογή των τιμών. «Αυτό που μας ανησυχεί είναι ότι οι αυξήσεις θα προκαλέσουν πληθωρισμό που θα μετακυλίσει στους καταναλωτές». Υποστήριξε ότι το Υπουργείο αντέδρασε από την πρώτη στιγμή, καλώντας στις 14 Ιανουαρίου όλους τους εμπλεκόμενους, κάνοντας έκκληση προς τις εταιρείες να αποφύγουν την όποια επιβάρυνση. Σε περίπτωση που οι εταιρείες δεν αναθεωρήσουν τις αυξημένες χρεώσεις, το Υπουργείο μελετά τρόπους να αμβλυνθεί το πρόβλημα. Σε 15 μέρες θα είναι σε θέση να αναφέρουν συγκεκριμένες δράσεις του κράτους για αυτό το πρόβλημα, είπε.
Εκπρόσωπος του Υπουργείου Εμπορίου ανέφερε ότι είναι σημαντικό να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και του εξαγωγικού εμπορίου. Οι αυξήσεις στα λιμάνια δεν συνεισφέρουν προς τον σκοπό αυτό, σημείωσε και κάλεσε τις εταιρείες να δείξουν την απαιτούμενη αυτοσυγκράτηση.
Ο Γενικός Γραμματέας του ΚΕΒΕ Μάριος Τσιακκής ανέφερε ότι οι εταιρείες διαχείρισης του λιμανιού είναι μέλη του Επιμελητηρίου και αντιλαμβάνεται ότι όντως έχουν αύξηση στα κόστη λειτουργίας τους. Από την άλλη, όλες οι επιχειρήσεις βάλλονται με αυξήσεις που υποχρεωτικά μεταφέρονται στους καταναλωτές. Επομένως, μία αύξηση του 16%, θεωρεί ότι πρέπει να αναθεωρηθεί, καθώς μέρος της αφορά εισαγόμενο πληθωρισμό που συνυπολογίζεται στον δείκτη υπολογισμού για την αύξηση των τελών. Σημείωσε επίσης ότι και το κράτος πρέπει να αποποιηθεί το μερίδιο των αυξημένων εσόδων που του αναλογεί.
Από την πλευρά τους οι εταιρείες διαχείρισης του λιμανιού Λεμεσού υποστήριξαν ότι τηρούν όλες τις πρόνοιες της συμφωνίας παραχώρησης. Υποστήριξαν μάλιστα ότι οι αυξήσεις δικαιολογούνται με βάση τις συμφωνίες και αυτές προκύπτουν από τη φόρμουλα που υπάρχει στις συμβάσεις. Σημείωσαν ότι τα προηγούμενα χρόνια απορρόφησαν την αύξηση στο κόστος λειτουργίας.
Η εταιρεία P&O Maritime Logistics, όπως λέχθηκε, προχώρησε σε μικρότερες αυξήσεις από αυτές που προβλέπονται (6-7% αντί 16%). Η DP World Limassol Ltd ανέφερε ότι θα αποφασίσει το Διοικητικό της Συμβούλιο για το θέμα.
Ο εκπρόσωπος του Συνδέσμου Ναυτικών Πρακτόρων ανέφερε ότι παρευρέθηκαν σε συνάντηση που συγκάλεσε το Υπουργείο Μεταφορών, στην οποία επιβεβαιώθηκε ότι η αύξηση 16,6% είναι ορθή με βάση τη φόρμουλα. Σημείωσε, ωστόσο, ότι η φόρμουλα είναι ελλιπής. Ο Σύνδεσμος ζητά από την πλευρά του οι εταιρείες να επαναμελετήσουν την αύξηση για να είναι μικρότερη, ενώ σημείωσε ότι οι πλοιοκτήτριες εταιρείες συγκρατούν τις αυξήσεις από και προς τα ευρωπαϊκά λιμάνια και τα λιμάνια της Νοτιοανατολικής Μεσογείου.
Η Βουλευτής του ΔΗΣΥ Φωτεινή Τσιρίδου συμφώνησε ότι όντως προκύπτει το πρόβλημα από τις συμβάσεις. Ωστόσο, το θέμα της παραχώρησης των εργασιών του λιμανιού ήταν μια από τις πρώτες, μεγαλύτερες, μεταρρυθμίσεις που έγιναν, και είναι λογικό ότι θα έχει ζητήματα που χρήζουν διαχείρισης, υποστήριξε. Ανέφερε μάλιστα ότι με βάση τις συμβάσεις παραχώρησης για το λιμάνι Λεμεσού, 63% επί των εσόδων της μίας διαχειρίστριας εταιρείας που ασχολείται με τα εμπορευματοκιβώτια και 52% των εσόδων της άλλης εταιρείας πηγαίνουν στο κράτος, με αποτέλεσμα μέχρι σήμερα να εισρεύσουν €201,6 εκ. στα ταμεία του κράτους.
Υποστήριξε επίσης ότι έχουν σημειωθεί βελτιώσεις στην εξυπηρέτηση του κοινού, ενώ ο χρόνος εξυπηρέτησης φορτηγών μειώθηκε στα 18 λεπτά. Αναμένεται, σημείωσε, από την κυβέρνηση να μελετήσει τις χρεώσεις και να καταλήξει σε τρόπους να αποφορτίσει το εμπόριο από αυτή την οδυνηρή αύξηση.
Ο Χρύσης Παντελίδης, Βουλευτής του ΔΗΚΟ, δήλωσε ότι το ζήτημα είναι πολιτικό. «Διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν κλάδοι της αγοράς που συμπεριφέρονται σαν να ζουν σε άλλο πλανήτη», ανέφερε και πρόσθεσε ότι κρύβονται πίσω από νομικές διατάξεις, που έγιναν χωρίς να φαντάζεται κανείς τα δεδομένα της πανδημίας.
Ο Βουλευτής ΕΔΕΚ Ηλίας Μυριάνθους δήλωσε ότι όταν ένα κρατικό μονοπώλιο γίνεται ιδιωτικό μονοπώλιο με την αντίληψη ότι θα δοθεί ώθηση στην ανάπτυξη σε αυτό τον τομέα, πρέπει ταυτόχρονα να υπάρχουν σε διάταξη οι εποπτικές αρχές για να επιτελέσουν το έργο τους. «Έπρεπε αυτεπάγγελτα να επέμβει η Επιτροπή Ανταγωνισμού» για να εξετάσει κατά πόσο οι αυξήσεις είναι δικαιολογημένες, σημείωσε. Πρόσθεσε ότι αν το κράτος με αυτό τον τρόπο έχει έσοδα επί των εσόδων, πρέπει να τα δώσει ως αντιστάθμισμα, αν δεν μπορεί να περιορίσει τις αυξήσεις.