Το γλυκόπιοτο λιαστό κρασί της Κύπρου παραγόταν πολύ πιο πριν από την εποχή του Ησίοδου. Πρόσφατες αρχαιολογικές έρευνες ανάγουν την παραγωγή της κουμανδαρίας μέχρι και το 3500 π.Χ.
Οι ανασκαφές του Δικαίου (1932-35) και η εργασία της Maria Rosaria Belgiorno (2005), έφεραν στο φως νέες εκπληκτικές πληροφορίες καθώς ανακαλύφθηκε ότι τα υπολείμματα σε πολύ αρχαίους αμφορείς που ανευρέθηκαν στην Ερήμη, προέρχονται από κρασί και μάλιστα από γλυκό κρασί.
Αυτό κατατάσσει την Κύπρο και την Ερήμη σαν την κοιτίδα του Ευρωπαϊκού κρασιού. Το γλυκόπιοτο κρασί της Κύπρου διατηρήθηκε μέσα από τις χιλιετηρίδες, το απολάμβαναν από τους προϊστορικούς χρόνους και το δόξασαν μεγάλοι ποιητές, όπως ο Όμηρος, ο Ησίοδος, ο Ευριπίδης και άλλοι.
Ένεκα της εξαιρετικής του ποιότητας στην πορεία του μέσα από το χρόνο δεν άλλαξε και πολύ. Έτσι κατά τον Μεσαίωνα οι Φράγκοι Ιωαννίτες Ιππότες αναγνώρισαν τα μεγάλα προτερήματα αυτού του κρασιού, ασχολήθηκαν μ’ αυτό επισταμένα, φύτεψαν αμπέλια στη Μεγάλη Κουμανδαρία, βελτίωσαν την παραγωγή του και το εμπορεύθηκαν σε όλη την Ευρώπη, όπου έγινε γνωστό σαν Κουμανδαρία, ένεκα της προέλευσής του από την Μεγάλη Κουμανδαρία, ένα όνομα που διατηρεί μέχρι σήμερα.
Η Κουμανδαρία λοιπόν είναι αναμφισβήτητα το αρχαιότερο κρασί στον κόσμο που υπάρχει μέχρι σήμερα και σίγουρα το πιο εντυπωσιακό τόσο σε ιστορία όσο και σε ποιότητα από όλα τα κρασιά της κατηγορίας της.
Παρόλο που η Κουμανδαρία κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα ήταν από τα πιο γνωστά και τα πιο περιζήτητα κρασιά στον κόσμο, η Τουρκοκρατία που ακολούθησε περιόρισε τόσο την παραγωγή όσο και την εξαγωγή αυτού του αγαπητού κρασιού.
Στην παγκόσμια αγορά, ενόσω η Κουμανδαρία κοιμόταν στη δόξα της, άλλα κρασιά άρχισαν να δημιουργούνται πάνω στο πρότυπό της και να καταλαμβάνουν τις καρδιές των φίλων του γλυκού κρασιού.
Με την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση η Κουμανδαρία έχει να αντιμετωπίσει πολλά και ονομαστά κρασιά εντός της ίδιας της Ευρώπης. Η προώθησή της γίνεται ακόμη πιο δύσκολη, ένεκα τους περιοριστικούς κανόνες που ισχύουν.
Παρόλα αυτά η Κουμανδαρία κερδίζει συνεχώς χρυσά μετάλλια σε παγκόσμιους διαγωνισμούς οίνου, όπου έχει να αντιμετωπίσει όλους αυτούς τους μεγάλους αντιπάλους.
Η ποιότητά της είναι αδιαμφισβήτητη. Το μπουκέ της αποτελείται από μια σειρά εκπληκτικών αρωμάτων, όπου ανάλογα με την ηλικία, τη σύνθεση και την παλαίωση, μπορούμε να αναγνωρίσουμε τα ακόλουθα αρώματα: Άρωμα άνθους μεσπίλου, Άρωμα μελιού, Άρωμα σταφίδας, Άρωμα παστού σύκου, Άρωμα παστού δαμάσκηνου, Άρωμα καρυδιού, Άρωμα κανέλλας, Άρωμα γαρύφαλλου, Άρωμα χαρουπιού, Άρωμα καφέ, Άρωμα καραμέλας, Άρωμα βαρελιού, Άρωμα βανίλιας.
Όσον αφορά τη γεύση, αυτή είναι τόσο εκπληκτική που δύσκολα περιγράφεται με λόγια. Για να μπείτε καλύτερα στην εικόνα παραθέτω πιο κάτω μια τυπική οργανοληπτική ανάλυση της Κουμανδαρίας:
Χρώμα: Κεχριμπαρένιο μέχρι σκούρο χρυσό, άλλοτε χρυσό-καφέ με κόκκινες ανταύγειες, λαμπρό και καθαρό, έντονο. Στο δακτύλιο της επιφάνειας του κρασιού μέσα στο ποτήρι ελαφρά πρασινωπή ανταύγεια που οφείλεται στην παλαίωση σε βαρέλι.
Άρωμα: Πολύπλοκο μπουκέ που αποτελείται από έντονα αρώματα. Υπερισχύει το άρωμα σταφίδας και του μελιού. Εντυπωσιακό επίσης είναι το άρωμα δρυός, ενώ στο βάθος κάποιος θα διέκρινε άρωμα παστού σύκου και χαρουπιού.
Γεύση: Γλυκιά και φλογερή, με πλήρες σώμα που γεμίζει το στόμα. Τέλειο ισοζύγιο γλυκύτητας και οξύτητας με το οινόπνευμα να είναι απαλό αλλά έντονα αισθησιακό-φλογερό και πλήρως εναρμονισμένο με τις αρωματικές ουσίες που εμφανίζονται στην επίγευση, η οποία έχει διάρκεια και μέγεθος!
Η αναζήτηση των λεπτών γευστικών ισορροπιών και αποχρώσεων του κρασιού μπορεί αρκετές φορές να αποδειχθεί μια δύσκολη υπόθεση για όποιον κάνει τα πρώτα του βήματα στο παιχνίδι της κατανόησης της προσωπικότητας του οίνου.
Όμως είναι βέβαιο ότι όταν το κρασί ακολουθεί «γλυκά μονοπάτια» φαίνεται πιο οικείο αφού ανακαλεί θρησκευτικές αναφορές στη θεία κοινωνία, ή παιδικές αναμνήσεις από εύκολα αφομοιώσιμες γεύσεις, που μπορούν να χωρέσουν εύκολα σε ένα ποτήρι κρασί.
Γλυκά σαν μέλι, ευωδιαστά σαν ώριμα φρούτα του καλοκαιριού, τυλίγουν τη διάθεση με θέρμη και χαμόγελο. Κρασιά κατ’ εξοχήν επιδορπίου, μπορούν να συνοδεύσουν επιλεκτικά και κάποια άλλα πιάτα, πλην των επιδορπίων.
Η γευστική προσωπικότητα του γλυκού κρασιού είναι αποτέλεσμα ειδικών τεχνικών οινοποίησης που το διαφοροποιούν από τις άλλες κατηγορίες. Στη χώρα μας παράγονται δυο γλυκά κρασιά με εξαιρετικό γευστικό ενδιαφέρον, από γηγενείς και διεθνείς ποικιλίες, η Κουμανδαρία και το Μοσχάτο.
Ο καλύτερος τρόπος για να βρει κανείς αυτό που του αρέσει περισσότερο είναι να τα δοκιμάσει. Ωστόσο, το πιο σημαντικό απ’ αυτά για την Κύπρο αποτελεί μέρος της παράδοσής μας και της γαστρονομικής μας κουλτούρας, και η γεύση τους είναι βαθιά εντυπωμένη στη μνήμη μας.
Εκείνο που επιβάλλεται είναι πως την ώρα που το γιορτινό τραπέζι θα γεμίζει γλυκά, τα επιδόρπια κρασιά θα πρέπει να λαμπρύνουν τη διάθεση και να κοσμήσουν με τη λάμψη τους τις εορταστικές ευχές. Αυτό δυστυχώς εμείς οι Κύπριοι το αγνοούμε.
ΠΗΓΗ: Κυριάκος Παπαδόπουλος – Οινολόγος…