Το χωριό Λόφου βρίσκεται βορειοδυτικά της Λεμεσού, σε απόσταση 26 χιλιομέτρων από την πόλη. Έχει υψόμετρο κατά μέσο όρο 780 μέτρων και περιβάλλεται από τις γειτονικές κοινότητες Πέρα Πεδί στα βόρεια (περί τα 6,5 χλμ) και Άγιο Θεράποντα στα νοτιοδυτικά (περί τα 4,5 χλμ).
Με αφετηρία τον κυκλικό κόμβο Τροόδους, καθώς κινείστε βόρεια και αφού περάσετε την κοινότητα της Άλασσας, θα κατευθυνθείτε βορειοδυτικά, ακολουθώντας τις πινακίδες προς Λόφου και Άγιο Θεράποντα. Η διαδρομή από τη Λεμεσό διαρκεί περίπου μισή ώρα με το αυτοκίνητο.
Το χωριό χτίστηκε στα χρόνια των αραβικών επιδρομών, όταν οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα παράλια για λόγους προστασίας. Σύμφωνα με το χρονογράφο Λεόντιο Μαχαιρά, η Λόφου παραχωρήθηκε γύρω στα 1392 μαζί με κάποια άλλα χωριά από το βασιλιά της Κύπρου Ιάκωβο Α΄ (1382-1398) στον αδελφό του Τζανότ ντε Λουζινιάν, λόρδο της Βηρυτού.
Σύμφωνα με βενετικό χειρόγραφο του τέλους του 15ου αιώνα, που παραθέτει ο Μας Λατρί (1861), το χωριό είχε την ονομασία Loffou.
Η περίοδος της Αγγλοκρατίας, σύμφωνα με τον ερευνητή Πόρακο (2004), μεταμορφώνει τη Λόφου σ’ ένα μεγάλο αμπελοχώρι. Το συνεχές φύτεμα αμπελιών άλλαξε την όψη του χωριού, ιδίως όταν άνθιζαν τα αμπέλια στις όμορφα κτισμένες και επιμελώς διατηρημένες δόμες. Κατά τα τέλη, όμως, της περιόδου της Αγγλοκρατίας παρατηρείται σταθερή πληθυσμιακή παρακμή της Λόφου προς όφελος του Ύψωνα.
Σήμερα η Λόφου αριθμεί 50 κατοίκους, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή του 2011, και έχει μετατραπεί αργά και σταδιακά σε ένα αγροτουριστικό θέρετρο της Κύπρου. Τα παραδοσιακά προϊόντα για τα οποία φημίζεται το χωριό είναι το κρασί, η ζιβανία και ο ππαλουζές.