Περί το 2000 έγινε προσπάθεια από το Δήμο, σε συνεργασία με τον ΘΟΚ, για μετατροπή του κτηρίου σε θεατρικό μουσείο. Παρά το ότι υπήρξε σχετική συμφωνία με τους ιδιοκτήτες, και με χρηματοδότηση του Δήμου και του ΘΟΚ έγιναν οι σχετικές οι μελέτες και εκδόθηκε Πολεοδομική Άδεια, δεν κατέστη εφικτή η προώθηση της υλοποίησης του θεατρικού μουσείου λόγω έλλειψης χρηματοδότησης.
Πρόσθετα, σημειώνεται ότι ο Δήμος κατά τη διάρκεια της ενοικίασης του κτηρίου είχε προβεί και σε εκτεταμένες εργασίες συντήρησης του υποστατικού.
Από το 2013 μέχρι σήμερα το κτήριο παρέμεινε σε αχρηστία. Κατά καιρούς ο εξωτερικός χώρος του χρησιμοποιήθηκε από παρακείμενη επιχείρηση ως υπαίθριο μπαρ. Σε αιτήσεις αποσπασματικής αδειοδότησης του εξωτερικού χώρου ο Δήμος ήταν αρνητικός, γιατί θεωρούσε ότι έπρεπε να αποκατασταθεί το σύνολο της ιδιοκτησίας, περιλαμβανομένου και του ιστορικού κτηρίου. Τονίζεται ότι για αυτή τη χρήση του υπαίθριου χώρου, ο Δήμος είχε λάβει και νομικά μέτρα.
Το ενδιαφέρον του Δήμου Λεμεσού για αποκατάσταση διατηρητέων κτηρίων στην πόλη ήταν και παραμένει έντονο. Σημειώνεται ότι η Πολιτεία έχει υιοθετήσει συγκεκριμένα και ουσιαστικά μέτρα για αποκατάσταση διατηρητέων κτηρίων, που περιλαμβάνουν τόσο άμεσα και ουσιαστικά χρηματοδοτικά κίνητρα, όσο και κίνητρα μεταφοράς συντελεστή δόμησης, ενώ υιοθετήθηκαν ακόμα και ευνοϊκές φορολογικές ρυθμίσεις στη μετέπειτα χρήση τους. Μέσα στα πλαίσια αυτά, τα τελευταία χρόνια οι προσπάθειες του Δήμου συνέβαλαν ώστε να αποκατασταθεί σημαντικός αριθμός διατηρητέων κτηρίων εντός της πόλης. Συγκεκριμένα τα τελευταία 10 χρόνια έχουν εκδοθεί 270 άδειες (από τις οποίες οι 82 τα τελευταία 3 χρόνια) για επιδιόρθωση και συντήρηση διατηρητέων οικοδομών εντός του Δήμου Λεμεσού.
Είναι γεγονός ότι παρά τα προαναφερθέντα μέτρα και τη συνεχή πίεση του Δήμου προς τους ιδιοκτήτες διατηρητέων οικοδομών, κάποιοι ιδιοκτήτες εξακολουθούν να μην ανταποκρίνονται και δεν μεριμνούν για την αποκατάστασή τους. Ως αποτέλεσμα, παραμένουν στην πόλη αριθμός εγκαταλελειμμένων διατηρητέων κτηρίων, τα οποία αφήνονται στη φθορά του χρόνου και στον κίνδυνο παράνομης κατάληψης.
Για αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της κατάστασης σε σχέση με την αποκατάσταση εγκαταλελειμμένων κτηρίων, συμπεριλαμβανομένων και διατηρητέων, θεωρούμε ότι θα πρέπει να επαναφερθεί προς συζήτηση η φορολόγηση αδρανούς ακίνητης ιδιοκτησίας. Η φορολόγηση αυτή, σε συνδυασμό με τα πιο πάνω κίνητρα, θα δημιουργούσε τις συνθήκες ώστε οι ιδιοκτήτες να πιέζονται να προβαίνουν σε αποκατάσταση των κτηρίων τους, ειδικά των διατηρητέων, και αυτά να μην αφήνονται στη φθορά του χρόνου και να καταντούν προβληματικές εστίες στο κέντρο της πόλης.