Δεν πάει πολύς καιρός από εκείνο το απόγευμα. Ένα απόγευμα σαν όλα τα άλλα.
Γράφει: Ράνια Γεωργίου
Είχε πάρει τον γιο της φροντιστήρια, γύρισε σπίτι και περίμενε να την πάρουν τηλέφωνο για να της πουν πως όλα είναι εντάξει μετά από την πρώτη της μαστογραφία. Το τηλεφώνημα όμως πήρε άλλη τροπή. Καρκίνος. Δέχτηκε συγχαρητήρια που το εντόπισε νωρίς. Μην ανησυχείς, της είπαν. Αντιμετωπίσιμο στις πλείστες των περιπτώσεων, ιάσιμος. Η γιατρός καθησυχαστική. Λυπάμαι, της είπε, για τα άσχημα νέα που έπρεπε να σου πω. Είσαι νεαρή, όμως δυστυχώς ο καρκίνος του μαστού εμφανίζεται όλο και πιο συχνά πλέον σε γυναίκες κάτω των σαράντα.
Στα 16 χρόνια που δούλευε μέχρι τότε ως δασκάλα στα δημόσια σχολεία, ήταν η πρώτη φορά που θα αναγκαζόταν να αφήσει τους μαθητές και τις μαθήτριές της για μεγάλο χρονικό διάστημα. Κατά την διάρκεια εκείνης της σχολικής χρονιάς, είχε την ευλογία, να έχει 24 υπέροχα παιδιά στην τάξη της. Για το καθένα από αυτά είχε αγωνία, ήθελε να είναι όλα καλά. Νοιαζόταν πραγματικά για τα παιδιά αυτά, ήθελε να μαθαίνουν, να προχωρούν, να σκέφτονται αυτόνομα, να αμφισβητούν, να είναι χαρούμενα, να αισθάνονται αποδεκτά, να νιώθουν όμορφα όταν διαβαίνουν την πόρτα της τάξης της. Δεν ήταν σίγουρη ότι τα κατάφερνε πάντα, σίγουρα έκανε και λάθη, αλλά το σημαντικό ήταν πως προσπαθούσε.
Είχε ιδιαίτερη αγωνία όμως για ένα συγκεκριμένο παιδί. Ένα παιδί το οποίο πριν από μερικούς μήνες, είχε παλέψει με μια δύσκολη ασθένεια. Ένα παιδί με υπέροχα, βελούδινα μαλλιά και μεγάλα, εκφραστικά, πανέμορφα μάτια. Αυτά τα μάτια, σε κοίταγαν με μια αγνότητα και μια σπιρτάδα σπάνια. Είχαν ένα βλέμμα αλλιώτικο. Αγγελικό, αθώο, αγνό, έξυπνο, σπινθηροβόλο, συνεσταλμένο κάποιες φορές, αλλά πάνω απ’ όλα γενναίο. Η πιο θαρραλέα ματιά. Ναι αυτό ακτινοβολούσαν τα μάτια αυτού του παιδιού: δύναμη, θάρρος, γενναιότητα, πείσμα. Η δασκάλα του ήθελε να κάνει τα πάντα έτσι ώστε η επιστροφή του στα θρανία να είναι όσο πιο ομαλή γίνεται, να αισθάνεται όμορφα και ήρεμα. Ήθελε, αν μπορούσε, να σβήσει με ένα μαγικό ραβδί, τον πόνο που πέρασε αυτό το παιδί κατά την προηγούμενη χρονιά, να διώξει την αγωνία, να διαγράψει το τραύμα που άφησε στην ψυχή και στο σώμα του η πολύμηνη ταλαιπωρία του στα νοσοκομεία. Ήθελε να κάνει τα πάντα για να είναι εκεί, δίπλα στο παιδί, κοντά του. Από την αρχή της σχολικής χρονιάς, μέχρι την τελευταία μέρα. Να νιώθει κι εκείνο και όλα τα παιδιά ασφάλεια, συναισθηματική, πάνω απ’ όλα.
Η δασκάλα όμως αναγκάστηκε να φύγει με αναρρωτική. Θύμωσε. Θύμωσε πολύ με τον εαυτό της. Θύμωσε που θα έπρεπε να τους εγκαταλείψει όλους. Η συνέχεια αναμενόμενη. Επισκέψεις στο ογκολογικό, πήγαινε έλα Λευκωσία, ιατρικοί όροι που πρώτη φορά άκουγε. Αναλύσεις, ύστερα κι άλλες εξετάσεις, κι άλλες αναλύσεις. Ταξίδι στο εξωτερικό, μαστεκτομή, ανάρρωση, αναμονή, αγωνία για την συνέχεια, ακτινοθεραπείες, επεμβάσεις αποκατάστασης, επιπλοκές με μολύνσεις, ενέσεις. Ένας δρόμος χωρίς επιστροφή. Δεν κοίταξε ούτε στιγμή πίσω, ούτε στιγμή δεν της πέρασε από το μυαλό να ρωτήσει γιατί. Δεν θύμωσε για τον καρκίνο που μεγάλωνε τόσους μήνες αθόρυβα μέσα της. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να το κάνει αυτό, όταν ήξερε πως ο καρκίνος χτυπάει αδιάκριτα. Γιατί όχι λοιπόν ΚΑΙ σε αυτήν; Τι το ξεχωριστό είχε για να τον ξεγελάσει;
«Μην ανησυχείς, ο Θεός είναι μεγάλος», της έλεγαν οι πλείστοι. Ευχαριστώ απαντούσε με χαμόγελο. Αλλά μέσα της σκεφτόταν, πως ο Θεός δεν θα ασχολιόταν με κάτι τόσο μικρό και ασήμαντο.
«Μην έχεις έγνοια, σίγουρα θα πάνε όλα καλά, προσευχήθηκα για σένα, έκανα παράκληση», της είπαν άλλοι. Ευχαριστώ τόσο πολύ, απαντούσε με χαμόγελο. Και πραγματικά το εννοούσε νιώθοντας τεράστια ευγνωμοσύνη. Αλλά μέσα της σκεφτόταν, πως αν υπάρχει Θεός όπως τον ερμηνεύουν κάποιοι, αυτός δεν χρειάζεται παρακλήσεις ούτε δωροδοκίες για να την γιατρέψει. Και εν πάση περιπτώσει, πιο πολύ θα είχαν ανάγκη τις προσευχές τους, τα παιδιά που πεθαίνουν απ’ τον πόλεμο, τα παιδιά που ξεβράζονται νεκρά στις ακτές. Όχι αυτή, όχι. Εκείνη σίγουρα δεν χρειαζόταν τις προσευχές τους.
«Μα πώς είναι δυνατόν να έπαθες εσύ τέτοιο κακό; Πάντα έλεγα πως τα κακά πράγματα συμβαίνουν στους καλούς ανθρώπους.» Δεν πειράζει, απαντούσε με χαμόγελο. Αλλά μέσα της σκεφτόταν, πως δεν συμβαίνουν στους καλούς ή στους κακούς. Απλά συμβαίνουν. Ένας στους τρεις, λένε οι στατιστικές. Γιατί να μην είναι λοιπόν ΚΑΙ αυτή μέσα σε αυτό το ένα των στατιστικών;
«Μα δεν καταλαβαίνεις; Είναι σημάδι αυτό που σου έτυχε, είναι ευλογία. Σημάδι από τον Θεό για να έρθεις ακόμα πιο κοντά του. Έχει σχέδιο, σίγουρα υπάρχει ένα λόγος, μια αιτία πίσω από αυτή σου την δοκιμασία.» Δεν έμπαινε σε συζήτηση όμως. Απλά έλεγε ευχαριστώ. Και πραγματικά το εννοούσε το ευχαριστώ. Αλλά μέσα της σκεφτόταν, πως ο Θεός όντας αγάπη, σίγουρα δεν κατατροπώνει σχέδια στέλνοντας καρκίνους για να δώσει μαθήματα ζωής.
«Έχω μια φίλη, ξέρει τα πάντα για τον καρκίνο. Το έψαξε. Ο καρκίνος είναι μύκητας. Θεραπεύεται με κάτι βότανα. Έχει βρεθεί η θεραπεία αλλά την κρύβουν γιατί υπάρχουν συμφέροντα των φαρμακευτικών εταιρειών. Σου στέλνω τα στοιχεία της. Θα σε βοηθήσει.» Ευχαριστώ, απαντούσε με χαμόγελο. Αλλά μέσα της σκεφτόταν, πως δεν υπάρχει καμία παγκόσμια συνομωσία και πως χιλιάδες ερευνητές σε πολλά ανεξάρτητα εργαστήρια κάνουν συνέχεια ανακαλύψεις με νέες θεραπείες σημειώνοντας μάλιστα τεράστια πρόοδο. Σίγουρα θα τα καταφέρουν κάποτε όπως τα κατάφεραν με άλλες τόσες ασθένειες. Εξάλλου, πιστεύει στην επιστήμη, στην έρευνα, στην ιατρική, στον ορθολογισμό.
«Όλα συμβαίνουν για κάποιο λόγο. Θα το δεις. Όταν ανακαλύψεις το γιατί, θα νιώσεις καλύτερα». Ευχαριστώ, απαντούσε με χαμόγελο. Αλλά μέσα της σκεφτόταν, πως δεν συμβαίνουν πάντα για συγκεκριμένο λόγο. Κάποιες φορές απλά συμβαίνουν. Και σημασία δεν έχει τόσο το γιατί, όσο το πώς διαχειριζόμαστε τις δύσκολες εμπειρίες στη ζωή μας και πώς τις αξιοποιούμε για να γίνουμε καλύτεροι.
Μέσα της ένιωθε τυχερή. Τυχερή από την πολλή αγάπη που εισέπραττε, τυχερή γιατί είχε καλούς γιατρούς, τυχερή που το εντόπισε νωρίς, τυχερή που είχε δουλειά που αγαπούσε με αξιοπρεπή μισθό.
Πάνω απ’ όλα ένιωθε τυχερή που ήρθε στο δρόμο της αυτό το ξεχωριστό παιδί. Πιο μεγάλη χαρά ένιωσε όταν μετά την πρώτη της επέμβαση, καθώς ανάρρωνε, το ξεχωριστό αυτό παιδί της έστειλε ένα σύντομο βίντεο που έπαιζε βιολί. Κι η μελωδία που της έστειλε, το χαμόγελο στα χείλη του, ήταν το μεγαλύτερο δώρο που πήρε, η καλύτερη θεραπεία. Μαζί μ’ εκείνο το χαρτάκι. Με την υπέροχη την καρδούλα που σχεδίασε και μέσα της έκλειναν δυο λόγια: «Δασκάλα, σ’ αγαπώ».
Κανένας εξορθολογισμός, κανένας Αρχιεπίσκοπος, κανένας Ελεγκτής, κανένας Υπουργός, κανένας Πρόεδρος δεν μπορεί να καταλάβει αυτή την ανταμοιβή. Ούτε και μπορούν οι μεγάλοι αυτοί μεταρρυθμιστές της παιδείας να κατανοήσουν τι σημαίνει κοινωνία της τάξης, τι αξίζει για μας ο χρόνος για επικοινωνία, για δημιουργία, για στήριξη, για ευελιξία, για αυτονομία, για συνεργασία. Δεν μιλάμε την ίδια γλώσσα. Εσείς με αριθμούς και όρους οικονομικούς κι εμείς με τις λέξεις μας και τις αξίες μας και τις απαιτήσεις μας για ανθρώπινο και δημοκρατικό σχολείο. Κι ας βαφτίζετε διαρκώς τις λογικές μας διεκδικήσεις ως υπερβολικές για να δώσετε άλλοθι στις δικές σας απαράδεκτες πολιτικές.
Πώς να εξηγήσεις αλήθεια τι είναι αυτή η μοναδική αυτή σχέση δασκάλου – παιδιού σε λογιστές που προσομοιάζουν το σχολείο με εταιρεία και απαιτούν παραγωγικότητα δίνοντας επιδόματα και μόρια ως κίνητρα; Ποσοτικοποιώντας τα πάντα θα αναβαθμιστεί η δημόσια παιδεία; Αφαιρώντας πολύτιμο εξωδιδακτικό χρόνο κι ανταλλάζοντάς τον με επιδόματα; Εξαγοράζοντας ακόμα και την αγάπη μας για τα παιδιά; Απαξιώνοντάς μας στα μάτια της κοινωνίας κι αποκαλώντας μας τεμπέληδες και χαραμοφάηδες; Προωθώντας τον ανταγωνισμό στα σχολεία αντί την ομαδικότητα και τη συνεργασία;
Χάθηκε δυστυχώς η ουσία. Εντελώς. Και τι μας έμεινε; Μας έμεινε λοιπόν η ελπίδα και η πίστη. Η πίστη σ’ έναν καλύτερο κόσμο, σε μια δικαιότερη κοινωνία, σ’ ένα σχολείο που έχει στο κέντρο της το παιδί και τις ανάγκες του, σε μια δημόσια ποιοτική παιδεία που βάζει πάνω απ’ όλα τον άνθρωπο και όχι τους αριθμούς.
Και ναι, θα συνεχίσουμε εμείς οι δάσκαλοι, να απαιτούμε. Γιατί ακόμα ελπίζουμε πως τα σχολεία μας θα γίνουν κάποτε πιο ανθρώπινα, πιο συμπεριληπτικά, πιο δημοκρατικά, πιο ασφαλή. Για να μπορεί η κάθε δασκάλα κι ο κάθε δάσκαλος, να είναι δίπλα στο παιδί. Δίπλα σε σένα, και στο κάθε παιδί που για οποιοδήποτε λόγο χρειάστηκε να δώσει τον δικό του αγώνα.
Υ.Γ. Το κείμενο δεν είναι αυτοβιογραφικό. Οποιαδήποτε ομοιότητα με πραγματικές καταστάσεις ή ανθρώπους είναι καθαρά συμπτωματική. Εξάλλου στην Κύπρο δεν αντιμετωπίζουμε δύσκολες ή απαράδεκτες καταστάσεις στα σχολεία. Είναι γνωστό πως η κυπριακή κοινωνία σέβεται τους εκπαιδευτικούς της διαφυλάττοντας την αξιοπρέπειά τους. Το δε κράτος, λαμβάνει διαχρονικά αποφάσεις στη βάση παιδαγωγικών κι επιστημονικών κριτηρίων και όχι οικονομικών, με πάσα σοβαρότητα και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό χωρίς πειραματισμούς. Ειδικά σε κρίσιμους τομείς όπως η δημόσια υγεία και παιδεία. Εδώ στη νήσο των αγίων, όλα λειτουργούν ρολόι, με αξιοκρατία, δημοκρατικότητα και διαφάνεια. Οι ανεξάρτητοι θεσμοί δεν ξεφεύγουν των αρμοδιοτήτων τους και ασκούν αντικειμενικό έλεγχο μακριά από σκοπιμότητες. Και βεβαίως πάντα αναλαμβάνουν τίμια τις ευθύνες τους αυτοί που τις έχουν και όχι τα εύκολα εξιλαστήρια θύματα. Γι’ αυτό δεν υπάρχει κανένας λόγος να σηκωθούμε από τον καναπέ μας και να βγούμε στους δρόμους. Όλα λειτουργούν τέλεια. Ή μήπως όχι;
Γράφει: Ράνια Γεωργίου