Σειρά προδικαστικών ενστάσεων επί του νέου κατηγορητηρίου, όπως αυτό διαμορφώθηκε μετά την πρόσφατη τροποποίηση του, ήγειραν σήμερα οι συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων στην ποινική υπόθεση εναντίον της Τράπεζας Κύπρου και των έξι πρώην ανώτατων στελεχών της αναφορικά με την κατοχή ομολόγων του ελληνικού δημοσίου.
Το κατηγορητήριο είχε τροποποιηθεί μετά από σχετικό αίτημα που υπέβαλε προς το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας, ενώπιον του οποίου εκδικάζεται η υπόθεση, η Κατηγορούσα Αρχή, η οποία ζητούσε την απάλειψη από το κατηγορητήριο της αναφοράς «ως εξειδικεύεται από το άρθρο 20(2)…» που αφορά στο αδίκημα της χειραγώγησης της αγοράς «προκειμένου να μην θεωρηθεί, σε οποιοδήποτε στάδιο, ότι υπάρχει σύγχυση ως προς τους κατηγορούμενους».
Το τριμελές Κακουργιοδικείο, με ενδιάμεση απόφαση του στις 23/02/2017, ενέκρινε το αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής, εκδίδοντας διάταγμα τροποποίησης του κατηγορητηρίου με τη διαγραφή της φράσης «ως εξειδικεύεται από το άρθρο 20(2)…» από την έκθεση αδικήματος σε κάθε μια από τις κατηγορίες 1-4.
Οι δικηγόροι των κατηγορουμένων είχαν ζητήσει όπως τους δοθεί ο αναγκαίος χρόνος προκειμένου να μελετήσουν το νέο κατηγορητήριο, όπως αυτό διαμορφώθηκε μετά την τροποποίηση, με το δικαστήριο να ικανοποιεί το αίτημα τους και να ορίζει τη σημερινή μέρα για τις αγορεύσεις τους επί των προδικαστικών ενστάσεων που εγείρουν.
Οι προδικαστικές ενστάσεις των συνηγόρων υπεράσπισης επικεντρώθηκαν στο βασικό επιχείρημα ότι και το νέο τροποποιηθέν κατηγορητήριο δεν αποκαλύπτει την ύπαρξη ποινικού αδικήματος, με σαφήνεια και επάρκεια, το οποίο είναι προαπαιτούμενο για τη συνέχιση της διεξαγωγής της δίκης.
Οι δικηγόροι των κατηγορουμένων υποστήριξαν ότι από τη στιγμή που η οδηγία 3/2005 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου που αποτελεί αντικείμενο της Κ.Δ.Π. 445/2005 δεν έχει εκδοθεί νόμιμα και άρα είναι άκυρη, τότε το άρθρο 19, επί του οποίου εδράζεται το αδίκημα της χειραγώγησης της αγοράς, δεν μπορεί να ευσταθεί από μόνο του.
Όπως ισχυρίστηκαν, το άρθρο 19 είναι πολύ γενικό, ασαφές και αόριστο ως προς τη διάπραξη του αδικήματος της χειραγώγησης της αγοράς και άρα δεν είναι ικανό από μόνο του να στηρίξει, με σαφήνεια και επάρκεια, το αδίκημα που περιλαμβάνεται στο κατηγορητήριο. Υποστήριξαν, επίσης, ότι το με την τροποποίηση του, το κατηγορητήριο έγινε πιο σύνθετο, δυσνόητο και συγχυστικό και η θέση των κατηγορουμένων έγινε δυσχερέστερη.
Μετά το τέλος των αγορεύσεων των συνηγόρων υπεράσπισης, η Εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής Πωλίνα Ευθυβούλου ζήτησε χρόνο προκειμένου να μελετήσει τα όσα ανέφεραν σήμερα ενώπιον του δικαστηρίου αλλά και τα γραπτά κείμενα που υπέβαλαν προκειμένου να είναι σε θέση να δώσει τις δικές της απαντήσεις.
Οι δικηγόροι των κατηγορουμένων δεν έφεραν οποιαδήποτε ένσταση με το δικαστήριο να ικανοποιεί το αίτημα της κα. Ευθυβούλου, ορίζοντας την υπόθεση για ακρόαση στις 27 Μαρτίου στις 9 το πρωί. Αφού ολοκληρωθεί και η αγόρευση της Κατηγορούσας Αρχής, το δικαστήριο θα επιφυλάξει την έκδοση της απόφασης του σε μεταγενέστερο στάδιο.
Σημειώνεται ότι στην περίπτωση που το δικαστήριο κάνει αποδεκτό το επιχείρημα της υπεράσπισης περί μη αποκάλυψης ποινικού αδικήματος, τότε αυτό αυτόματα οδηγεί στην κατάργηση της δίκης και στην απαλλαγή των κατηγορουμένων από τις κατηγορίες που τους προσάπτονται.
Η υπόθεση αφορά την εξαγορά των ελληνικών ομολόγων και την παράλειψη της Τράπεζας να ενημερώσει τους μετόχους για τους κινδύνους της εν λόγω επένδυσης. Εκτός από την Τράπεζα Κύπρου, κατηγορούμενοι στην υπόθεση είναι οι Ανδρέας Ηλιάδης, Γιάννης Κυπρή, Αντρέας Αρτέμης, Γεώργιος Γεωργιάδης, Κώστας Σεβέρη και Κώστας Χατζήπαπα.
Το κατηγορητήριο της υπόθεσης περιλαμβάνει συνολικά έξι κατηγορίες. Οι τέσσερις κατηγορίες αφορούν το αδίκημα της χειραγώγησης της αγοράς και οι δύο το αδίκημα της ψευδορκίας. Ο Ανδρέας Ηλιάδης αντιμετωπίζει και τις έξι κατηγορίες. Για το αδίκημα της χειραγώγησης της αγοράς, η Τράπεζα Κύπρου αντιμετωπίζει τέσσερις κατηγορίες, ο κ. Κυπρή δύο κατηγορίες και οι Αρτέμης, Γεωργιάδης, Σεβέρη και Χατζήπαπα αντιμετωπίζουν μόνο μία κατηγορία.
Πηγή: ΚΥΠΕ