Στις 16 Αυγούστου 1960 η Κύπρος ανακηρύχθηκε ανεξάρτητο Κράτος.
Ένα χρόνο μετά την ανεξαρτησία γεννήθηκε στην Κύπρο ο θεσμός της Γιορτής του Κρασιού.
Όπως κάθε πλάσμα έχει το γονιό του, την οικογένεια και την εθνικότητα του, έτσι και η Γιορτή του Κρασιού δεν θα μπορούσε να λάβει χώρα πουθενά αλλού εκτός από τη Λεμεσό, γιατί αυτή είναι η φυσική του γενέτειρα.
Για πολλά χρόνια η διοργάνωση της Γιορτής του Κρασιού αποτελούσε θέμα μεγάλων συζητήσεων και προβληματισμού εκ μέρους των οινοβιομηχανιών, των τοπικών οργανώσεων και άλλων ενδιαφερομένων μερών. Η υπόθεση θεωρήθηκε πολύ ριψοκίνδυνη, όχι μόνο λόγω του οικονομικού βάρους που θα συνεπάγετο, αλλά και λόγω της αβεβαιότητας για την επιτυχία της γι’ αυτό και αναβαλλόταν από χρόνο σε χρόνο.
O Κλεάνθης Χριστοφόρου, Πρόεδρος του Συνδέσμου Ανάπτυξης της πόλης της Λεμεσού το 1961 έθεσε μπροστά στο Συμβούλιο του Συνδέσμου τα σχέδια του για τη Γιορτή του Κρασιού. Κατάφερε να διώξει κάθε σκεπτικισμό και δισταγμό από τους συναδέλφους του. Τα μέλη του Συμβουλίου του Συνδέσμου και της Ομοσπονδίας Εργοδοτών και Βιομηχάνων, δύο στενά συνεργαζόμενα Σώματα, ένωσαν τις δυνάμεις τους για να προγραμματίσουν αυτό το δύσκολο έργο. Έπρεπε να δημιουργήσουν ένα πρωτότυπο θέαμα με τα τοπικά χρώματα, δεδομένου ότι αυτό το γεγονός ήταν το πρώτο του είδους του και δεν υπήρχαν προηγούμενα παραδείγματα για να ακολουθηθούν. Οι τοπικές οινοβιομηχανίες ΕΤΚΟ, ΚΕΟ, ΣΟΔΑΠ και ΛΟΕΛ συμπαραστάθηκαν όλες και πρόσφεραν τα κρασιά τους εντελώς δωρεάν, είδαν με μεγάλο ενθουσιασμό την ιδέα της Γιορτής. Η κάθε μία έστησε το δικό της περίπτερο για την έκθεση και τη δοκιμή των κρασιών της. Το Υπουργείο Εμπορείου και βιομηχανίας πρόσφερε την αρωγή του και ενέκρινε χρηματική βοήθεια για την κάλυψη μέρους των εξόδων. Ο Δήμος Λεμεσού επέτρεψε να χρησιμοποιηθεί ο Δημόσιος Κήπος δωρεάν και κατάργησε το δημοτικό φόρο πάνω στις εισπράξεις. Ντόπιοι ερασιτέχνες ηθοποιοί, καλλιτέχνες, μουσικοί, καθώς και μουσικοχορευτικά συγκροτήματα απ’ όλη την Κύπρο, πρόσφεραν το ταλέντο τους. Μέσα σε λίγες μέρες η σκηνή είχε στηθεί: ένα υπαίθριο θέατρο απεικονίζοντας ένα κυπριακό χωριό με το καφενείο, την ταβέρνα του, τοπικές αναπαραστάσεις και διακοσμήσεις και οι δοκιμές άρχισαν.
Η πλέον εντυπωσιακή διακόσμηση ήταν ο γιγαντιαίος Κύπριος βρακάς που είχε ύψος 7 περίπου μέτρα και απεικόνιζε έναν αμπελουργό με παραδοσιακή τοπική ενδυμασία. Η διακόσμηση αυτή τοποθετήθηκε στο εσωτερικό απέναντι από την κύρια είσοδο του Δημοσίου Κήπου. Η μορφή αυτή, η οποία φιλοτεχνήθηκε από το Γιώργο Μαυρογένη, καθιερώθηκε σαν το έμβλημα της Γιορτής του Κρασιού το 1962 και παραμένει μέχρι και σήμερα. Κάτω από τη μορφή του βρακά διαβάζουμε το ρητό «ΠΙΝΝΕ ΚΡΑΣΙΝ ΝΑΣΙΗΣ ΖΩΗΝ» που ήταν έμπνευση του Μιχάλη Πιτσιλλίδη.
Το γεγονός διαφημίστηκε σαν μια πρωτότυπη γιορταστική εκδήλωση και παρ’ όλους τους φόβους που πλανιόνταν ότι το κοινό δεν θα ανταποκρινόταν με τη συμπαράσταση του, σημείωσε τεράστια επιτυχία και η πρώτη μέρα ξεπέρασε κάθε προσδοκία.
Ο πρωταρχικός στόχος της διοργάνωσης της Γιορτής ήταν η προώθηση της κατανάλωσης των κυπριακών κρασιών, τόσο στην εγχώρια, όσο και στη ξένη αγορά, καθώς και η απάμβλυνση του προβλήματος του κρασιού που ήταν ένα βάρος για τους παραγωγούς και την Κυβέρνηση. Ταυτόχρονα μια τέτοια διοργάνωση στόχευε και στο να προσφέρει τη δυνατότητα διασκέδασης στους Κύπριους πολίτες και στους ξένους περιηγητές.
Από τότε η Γιορτή του Κρασιού έχει καταστεί ετήσιος θεσμός. Κάθε χρόνο χιλιάδες τουρίστες και ντόπιοι από κάθε γωνιά του νησιού επισκέπτονται το Δημόσιο Κήπο Λεμεσού για να συμμετάσχουν στη Γιορτή του Κρασιού.
Η Γιορτή δεν πραγματοποιήθηκε τα έτη 1964, 1974, 1975, 1976 και 1977 λόγω των πολιτικών αναταραχών που προκάλεσαν η Τουρκία και οι τουρκοκύπριοι και λόγω της τουρκικής εισβολής το 1974.
Η Γιορτή του Κρασιού πραγματοποιήθηκε ξανά το 1978 και διοργανώθηκε από το Δήμο Λεμεσού, ο οποίος πήρε την ευθύνη από το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Λεμεσού που αναλάμβανε τη διοργάνωση της από το 1966 μέχρι το 1974. Από το 1961 μέχρι το 1965 η διοργάνωση της ήταν ευθύνη του Συνδέσμου Ανάπτυξης της πόλης της Λεμεσού.