Τις πυρόπληκτες περιοχές των επαρχιών Λάρνακας και Λεμεσού, επισκέπτεται σήμερα Επιστημονική Ομάδα του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, με επικεφαλής τον Καθηγητή Δυναμικής Τεκτονικής Εφαρμοσμένης Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών, Δρ. Ευθύμιο Λέκκα με στόχο να γίνουν διάφορα έργα ώστε να αποτραπούν οποιαδήποτε προβλήματα ενόψει και της χειμερινής περιόδου.
Η Ομάδα επισκέφθηκε πρώτα την Κοινότητα Οράς και σε δηλώσεις του ο Ανδρέας Χρήστου, Πρώτος Συντηρητής Δασών, Τμήμα Δασών, είπε πως «στόχος της σημερινής επίσκεψης στη περιοχή είναι να δούμε τα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί ή που θα δημιουργηθούν σε σχέση με πιθανά πλημμυρικά φαινόμενα και φαινόμενα διάβρωσης. Θα πάρουμε μια πρώτη άποψη του τι συμβαίνει στις συγκεκριμένες περιοχές και στη συνέχεια θα γίνει ο σχεδιασμός επί χάρτου όλων των αντιδιαβρωτικών και αντιπλημμυρικών έργων που πρέπει να γίνουν στη περιοχή με σκοπό να αποτρέψουμε σοβαρά προβλήματα που θα αναμένουμε ότι θα έχουμε τη χειμερινή περίοδο».
Ο κ. Χρήστου εξέφρασε ευχαριστίες στον «Καθηγητή που βρίσκεται μαζί μας για να μας βοηθήσει και να συμβάλει σ’ αυτό τον σχεδιασμό».
Ο Δρ. Ευθύμιος Λέκκας εξέφρασε ιδιαίτερη «χαρά και τιμή» για το γεγονός ότι βρίσκεται στην Κύπρο μετά από πρόσκληση του Υπουργού Γεωργίας και μετά από συνεννόηση με τον Πρύτανη του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. «Στόχος της επίσκεψης είναι να βοηθήσουμε με την εμπειρία που έχουμε αποκτήσει από καταστροφικές πυρκαγιές όχι μόνο στον ελλαδικό χώρο αλλά και σε διεθνές επίπεδο, να βοηθήσουμε την περιοχή, έτσι ώστε να την προστατεύσουμε από συνωδά καταστροφικά φαινόμενα, τα οποία εκδηλώνονται μετά από κάθε μία μεγάλη πυρκαγιά, αλλά και να βοηθήσουμε την περιοχή να ανακάμψει περιβαλλοντικά και οικονομικά».
Πρόσθεσε ότι «ο στόχος της σημερινής επίσκεψης και της συνάντησης είναι μετά την ανταλλαγή απόψεων που κάνουμε να επισκεφθούμε όλη τη περιοχή ώστε να αποκτήσουμε μια πρώτη αντίληψη για το είδος και τις θέσεις των έργων που θα πρέπει να γίνουν, ώστε να αποφύγουμε πλημμυρικά φαινόμενα φαινόμενα διάβρωσης και κατολισθητικά φαινόμενα. Είναι οι πρώτες δράσεις που πρέπει να κάνουμε για να μειώσουμε τους επαγόμενους κινδύνους από μία μεγάλη καταστροφική πυρκαγιά».
Ανέφερε ακόμα ότι «θα διατρέξουμε όλη την περιοχή προκειμένου να αποκτήσουμε άμεση εικόνα και στη συνέχεια μας περιμένει πάρα πολλή δουλειά σε σχέση με τον σχεδιασμό όλων αυτών των έργων, που θα αποφασιστούν να πραγματοποιηθούν στη περιοχή».
Κληθείς να αναφέρει τα έργα που μπορούν να γίνουν στην περιοχή, ο καθηγητής είπε πως «το θέμα των μεγάλων πυρκαγιών και ειδικά αυτών που γίνονται σε περιβαλλοντικά ευαίσθητες περιοχές όπως η συγκεκριμένη, είναι τρισδιάστατο. Το πρώτο είναι να μπορέσουμε να προφυλάξουμε την περιοχή από τους επαγόμενους κινδύνους, κατολισθήσεις, ρευστοποιήσεις, διάβρωση εδαφών, πλημμυρικά φαινόμενα, μολύνσεις και άλλα, ενώ το δεύτερο είναι το πώς περιβαλλοντικά η περιοχή θα ανακάμψει μέσα σε ένα χρονικό διάστημα της τάξης των 2 – 3 χρόνων. Θέλει στοχευμένες παρεμβάσεις, πολλές φορές πάμε με καλή θέληση να βοηθήσουμε το περιβάλλον αλλά τελικά το περιβάλλον έχει δικούς του νόμους και κανόνες και δρα από μόνο του χωρίς τη δική μας βοήθεια. Η τρίτη παράμετρος είναι η οικονομία και το να βοηθήσουμε κοινωνικά την περιοχή, κάτι που είναι θέμα πολιτικών αποφάσεων και ενεργειών.
Στα πρώτα δύο θέματα των κινδύνων και του περιβάλλοντος θα μπορούσαμε να επισημάνουμε ότι οι επαγόμενοι κίνδυνοι μετά μία μεγάλη πυρκαγιά είναι οι κατολισθήσεις, η διάβρωση εδαφών, η ερημοποίηση της περιοχής, τα θέματα των πλημμυρικών φαινομένων που είναι πάρα πολύ συχνά και μπορεί να γίνουν ακόμα και αύριο και άρα πρέπει να δράσουμε άμεσα. Ακόμα είναι και το θέμα της προστασίας των υδροφόρων οριζόντων των επιφανειών υδάτων όπως ο νερό των ταμιευτήρων και των υπόγειων υδάτων που και αυτά υφίστανται κάποιες απώλειες και κάποιες επιπτώσεις από τα κατάλοιπα της μεγάλης πυρκαγιάς».
Κληθείς να αναφέρει πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν οι πλημμύρες ο καθηγητής είπε πως «υπάρχει ένας συνδυασμένος τρόπος αντιμετώπισης τους. Αρχικά θα πρέπει να συγκρατηθεί το έδαφος στα ανάντι, δηλαδή στα ψηλά σημεία, το νερό πρέπει επίσης να συγκρατηθεί μέσα στα μικρά ρυάκια, στα μικρά ρέματα, στη συνέχεια μπορεί να γίνουν κάποια φράγματα μέσα στα ρυάκια και στα ποτάμια. Αυτά θα πρέπει να γίνουν είτε με κορμούς είτε με φυσικά υλικά». Σημείωσε πως «όταν πάμε στη διαδικασία κορμών τότε τα πράγματα είναι λιγάκι δύσκολα και μπορεί να είναι και αρνητικά. Μπορεί να γίνουν κάποιες τεχνικές παρεμβάσεις κατά μήκος των ποταμών, ενώ για μεσοπρόθεσμα ζητήματα μπορεί να τοποθετηθούν συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης».
Πρέπει, συνέχισε ο καθηγητής «να γίνουν στοχευμένες παρεμβάσεις με τρεις κυρίως άξονες, τα έργα να είναι αποτελεσματικά, να έχουν μικρό οικονομικό κόστος και το σπουδαιότερο να είναι συμβατά με το περιβάλλον. Δεν υπάρχει ένας γενικευμένος κανόνας, η κάθε μία περιοχή έχει και τις δικές της ιδιομορφίες και ιδιαιτερότητες και χρειάζεται ειδικές παρεμβάσεις με ειδικά έργα σε κάθε μία περιοχή».
Ερωτηθείς κατά πόσον θα προλάβουμε να γίνουν ορισμένα έργα ενόψει και του επερχόμενου χειμώνα, ο κ. Λέκκας απάντησε πως «αυτό θα είναι μια πρόκληση η οποία έχει πολλές διαστάσεις. Εμείς βλέπουμε την επιστημονική και τεχνική διάσταση, δηλαδή να μπορέσουμε να καθορίσουμε σε ποιες περιοχές θα γίνουν οι παρεμβάσεις και το είδος των παρεμβάσεων».
Δεύτερη διάσταση, είπε, «είναι το οικονομικό τμήμα, αφού χρειάζονται αρκετοί οικονομικοί πόροι για να γίνουν αυτά τα έργα και σε άμεσο χρονικό διάστημα. Εδώ ένας ανασταλτικός παράγοντας είναι η γραφειοκρατία, ενώ υπάρχει και το κοινωνικό στοιχείο όπου μπορεί να ενεργοποιηθούν εθελοντές και ο κόσμος για να βοηθήσει σε ένα θέμα που είναι μείζον, δηλαδή όλη αυτή η θέληση των εθελοντικών ομάδων και οργανώσεων, που εκφράζεται σε κάθε επίπεδο και σε κάθε στιγμή, μπορεί να διοχετευθεί στο να αναλάβουν τέτοιες δράσεις ούτως ώστε να γίνουν πιο γρήγορα τα έργα».
Η Επίτροπος Περιβάλλοντος Κλέλια Βασιλείου εξέφρασε «ικανοποίηση» για τη σημερινή συνάντηση, η οποία όπως είπε «φέρνει στο φως όλες τις συζητήσεις που είχαμε τις προηγούμενες μέρες για την αναγκαιότητα χαρτογράφησης της περιοχής από τις Υπηρεσίες του κράτους».
Η κα. Βασιλείου ευχαρίστησε και συνεχάρη τον Υπουργό Γεωργίας «για την πρωτοβουλία του να καλέσει τον καθηγητή από το Πανεπιστήμιο Αθηνών, ένα πολύπειρο άνθρωπο σε ζητήματα τέτοιας διαχείρισης μετά από πυρκαγιά και είναι καταλυτική η συμβολή του σ’ αυτή την προσπάθεια. Μετά και την ολοήμερη επίσκεψη που θα έχουμε και σήμερα να είμαστε σε θέση να πούμε πολύ πιο συγκεκριμένα πράγματα ως προς τα έργα, τα οποία πρέπει να γίνουν για να προλάβουμε φαινόμενα που μπορεί να έχουμε, μπορεί και να μην έχουμε».
Όμως, συνέχισε «οφείλουμε να είμαστε προετοιμασμένοι και να δούμε ακριβώς τη χαρτογράφηση εκείνη που θα μας επιτρέψει να καλέσουμε τις ομάδες των εθελοντών να βοηθήσουν εκεί και όπου μπορούν ούτως ώστε οι παρεμβάσεις μας να είναι καταλυτικές ως προς την ωφέλιμη αποκατάσταση της περιοχής το συντομότερο δυνατόν. Στόχος όλων μας είναι οπωσδήποτε και η υποστήριξη των γεωργών και των επιχειρηματιών της περιοχής, που ασχολούνται με τη γη ευρύτερα, για να δούμε πως και αυτοί μέσα από τις εισηγήσεις της επιστημονικής ομάδας, θα δώσουν κατεύθυνση και προς τους γεωργούς μας και ποιες είναι εκείνες οι ενέργειες που πρέπει να κάνουν για να επαναφέρουν, όχι μόνο τη περιοχή στην προηγούμενη της κατάσταση αλλά να δώσουν περισσότερες ευκαιρίες για την ίδια την περιοχή».
Από την πλευρά του ο Κοινοτάρχης Οράς Αριστος Μιλτιάδους ευχαρίστησε τον Καθηγητή Λέκκα «για τις τόσο καλές ιδέες που μας έδωσε πώς μπορούμε να προχωρήσουμε».
Ο κ. Μιλτιάδους εξέφρασε επίσης ευχαριστίες «στην Επαρχιακή Διοίκηση, την Επίτροπο Περιβάλλοντος, το Τμήμα Υδάτων, το Τμήμα Δασών και όλους όσους μας βοήθησαν και συνεχίζουν να μας βοηθούν. Τώρα είναι η στιγμή που θέλουμε στήριξη για να δούμε τι πρέπει να κάνουμε, αφού σε λίγους μήνες θα έρθει ο χειμώνας, για να μην συμβεί κάτι περισσότερο που να στοιχίσει και πάλι στην Κοινότητα».