Αρχική BusinessNews Μάριος Νικολάου: «Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να ζω σε άλλη πόλη...

Μάριος Νικολάου: «Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να ζω σε άλλη πόλη εκτός από τη Λεμεσό»

Μεγαλώνοντας στη χρυσή εποχή της Λεμεσού, ο Μάριος Νικολάου, επιχειρηματίας και ιδιοκτήτης του «Gazebo Mare», αναπολεί τα χρόνια που η νύχτα της πόλης ήταν πιο αυθεντική

 

ΜΕΓΑΛΩΣΑ ΣΤΗ ΛΕΜΕΣΟ ΤΟΥ ’80 ΚΑΙ ΤΟΥ ’90. Ήταν μια έντονη περίοδος, που το να δουλεύεις νύχτα δεν είχε ιδιαίτερα θετικό πρόσημο. Σήμερα μπορώ να σου πω ότι τότε όλα ήταν πιο καθαρά και αυθεντικά. Οι φιλίες τού τότε έγιναν σχέσεις ζωής, και οι εμπειρίες που απέκτησα έγιναν όμορφες αναμνήσεις που τις διηγούμαι στα παιδιά μου και γελάμε. Φυσικά, δεν ήταν όλα ρόδινα. Ήθελε προσοχή. Πάντα θέλει προσοχή η νύχτα. Αλλά οι κίνδυνοι ήταν λιγότεροι και η διασκέδαση περισσότερη.

HΤΑΝ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡAΓΜΑΤΑ ΠΙΟ ΞΕΚAΘΑΡΑ για το ποιος έκανε τι. Αλλού πηγαίναμε για φαγητό, αλλού για χορό και μουσική και αλλού για ένα χαλαρό ποτό. Και ξέραμε ότι η διασκέδαση σήμαινε πως θα βγαίναμε βράδυ. Αυτό άλλαζε μόνο σε ειδικές περιπτώσεις, όπως τα καρναβάλια ή άλλες μεγάλες γιορτές.

ΣΗΜΕIΟ ΑΝΑΦΟΡAΣ για τη νυχτερινή διασκέδαση της πόλης, η τουριστική περιοχή της Γερμασόγειας, που τότε έσφυζε από ζωή. Ξένα ακούσματα, εμπορικά μενού, κράχτες έξω από τα μαγαζιά, κόσμος στους δρόμους να χορεύει. Στην πορεία αυτά χάθηκαν. Άλλαξε το είδος του τουρισμού, αλλάξαμε κι εμείς.

Η ΜΕΓAΛΗ ΣΤΡΟΦH έγινε πριν από περίπου τρεις δεκαετίες. Ήταν η εποχή που η δική μου γενιά επέστρεψε στην Κύπρο με σπουδές στη διοίκηση επιχειρήσεων και στα ξενοδοχειακά επαγγέλματα. Ξεκίνησε να υπάρχει εξειδίκευση στον κλάδο και να αλλάζει η κουλτούρα της εστίασης, της αισθητικής και της διασκέδασης. Ένα από τα πιο τρανά παραδείγματα, ο πολυχώρος εστίασης στον Χαρουπόμυλο Λανίτη, ένα έργο που υπήρξε όραμα της τότε ομάδας μου και αποτέλεσε σημείο αναφοράς για τις μεγάλες αλλαγές που ακολούθησαν. Η εξέλιξη και η ανάπτυξη της πόλης υπήρξε αποτέλεσμα συλλογικών προσπαθειών από διαφορετικές ομάδες επαγγελματιών και ατόμων. Ο Λεμεσιανός αγαπά την πόλη του και βάζει πλάτη για την ανάπτυξή της. Παρ’ όλα αυτά δεν μπορώ να μην επισημάνω τον προβληματισμό μου για τον δυσανάλογα μεγάλο αριθμό κατοίκων και το υψηλό κόστος ζωής σε σχέση με τις υφιστάμενες υποδομές και την οικονομική θέση των ντόπιων. Η όποια ανάπτυξη πρέπει να σέβεται και να εξυπηρετεί τους Λεμεσιανούς. Αυτό το αναφέρω ως γενικό προβληματισμό προς όλους.

ΕΥΤΥΧΩΣ, οι επιχειρηματίες εστίασης σήμερα αναγνωρίζουν πως πρέπει να επενδύσουν περισσότερο στον ντόπιο. Γιατί αυτός είναι που θα σε επιλέξει ξανά και ξανά. Σαφώς και ο τουρισμός είναι η βαριά μας βιομηχανία, αλλά σε μια τόσο μικρή κοινωνία, όπως η Κύπρος, πρέπει να στηριζόμαστε πρώτα μεταξύ μας. Μπορεί να μεγαλώσαμε πληθυσμιακά, αλλά δεν παύουμε να είμαστε μια μικρή κοινότητα.

ΑΠΌ ΤΗΝ ΑΛΛΗ, δεν μπορούμε να αγνοούμε και τα σημάδια των καιρών. Ο εμπλουτισμός της πόλης με νέους κατοίκους, προερχόμενους από άλλες χώρες, έφερε ριζικές αλλαγές και δημιούργησε νέες τάσεις και προκλήσεις. Κάτι που προσωπικά χαρακτηρίζω με θετικό πρόσημο, καθώς ανέβασε τον πήχη και αύξησε τον υγιή ανταγωνισμό. Χωρίς φυσικά να παραγνωρίζω και τις αρνητικές πτυχές αυτής της ραγδαίας αλλαγής.

Η ΑΥΞΗΜΕΝΗ ΖΗΤΗΣΗ για οικιστικές μονάδες οδήγησε πολλούς ιδιοκτήτες μικρών ξενοδοχείων ή τουριστικών διαμερισμάτων να τα μετατρέψουν σε πολυκατοικίες και οικίες. Αυτό προκάλεσε δραματική μείωση των τουριστικών κλινών στη Λεμεσό, επηρεάζοντας τον τουρισμό. Επιπλέον, θεωρώ πως ως πόλη υστερούμε και στο κομμάτι της προβολής μας στο εξωτερικό. Χρειαζόμαστε υποδομές και προτάσεις που θα κάνουν τον τουρίστα να μας εντοπίσει στον παγκόσμιο χάρτη και να μας επιλέξει. Παράλληλα, ως κράτος, δεν έχουμε επενδύσει στην παιδεία και στην κουλτούρα της φιλοξενίας.

ΑΝ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΠΙΑΣΩ ΤΟΝ ΜΙΤΟ ΤΗΣ ΑΡΙΑΔΝΗΣ για να φτάσω στην πηγή του προβλήματος, θα έλεγα πως αυτό που φταίει είναι η απουσία τάξης και οργάνωσης από την κουλτούρα μας σε κάθε τομέα της ζωής μας. Δεν υπάρχει ένα κοινό όραμα για τους επαγγελματίες του χώρου. Ο καθένας από εμάς έχει το δικό του προσωπικό όραμα για την επιχείρησή του ή την ομάδα του. Πού είναι όμως το μεγάλο όραμα για τον κλάδο, την πόλη και τη χώρα μας;

ΙΣΩΣ ΚΑΠΟΙΕΣ ΦΟΡΕΣ να γίνομαι κάπως επικριτικός. Αυτό οφείλεται στο ότι αγαπώ πολύ αυτή την πόλη και τον κλάδο στον οποίο εργάζομαι από την εφηβεία μου. Με λυπεί όταν βλέπω να μας παραγκωνίζουν ή να μας θεωρούν τον τελευταίο τροχό της αμάξης. Από την άλλη, δεν ξέρω αν θα μπορούσα να ζω σε άλλη πόλη εκτός από τη Λεμεσό. Ο Λεμεσιανός ζει την πόλη του! Ξυπνάει από τα χαράματα για να πάει στη θάλασσα για βουτιές, ανεξαρτήτως εποχής. Σε κάθε βόλτα συναντά γνωστούς και φίλους, με την αξία της γειτνίασης να παραμένει ζωντανή, παρά τη ραγδαία οικιστική ανάπτυξη. Είμαστε άνθρωποι του κρασιού, της παρέας, του γέλιου και της διασκέδασης.

Πηγή: εν οίκω / Δήμος Λεμεσού