Το Terra Cypria – Το Κυπριακό Ίδρυμα Προστασίας του Περιβάλλοντος παρατηρεί την έντονη και απότομη προώθηση αρκετών έργων βόρεια και πολύ κοντά, έως δίπλα, από την Αλυκή Ακρωτηρίου. Με αφορμή διάφορα δημοσιεύματα στα ΜΜΕ για τις πιέσεις που δέχεται η Αλυκή, το Ίδρυμα εκφράζει για ακόμα μια φορά τον έντονο προβληματισμό του για το μέγεθος και το ρυθμό που αλλάζει η χρήση γης στην περιοχή, αλλά και το μεγάλο όγκο περιβαλλοντικών όρων που καλείται να εποπτεύσει το Τμήμα Περιβάλλοντος, για τα διάφορα έργα, ενώ παράλληλα δηλώνει υπο-στελεχωμένο.
Καθώς οι πολεοδομικές ζώνες το επιτρέπουν, με βάση το Τοπικό Σχέδιο Λεμεσού (2013), στην ευρύτερη περιοχή βόρεια της Αλυκής Ακρωτηρίου παρατηρείται τα τελευταία χρόνια μεγάλο ενδιαφέρον για αναπτύξεις.
Ο κ. Χριστόφορος. Παναγιώτου, Υπεύθυνος Πολιτικής του Terra Cypria, σημειώνει ότι: Τα τελευταία χρόνια, και εξ όσο γνωρίζουμε με βάση και της ιδιότητας μας ως μόνιμο μέλος της Επιτροπής Εκτίμησης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΕΠΕ) του Τμήματος Περιβάλλοντος, έχουν πάρει το πράσινο φως από την περιβαλλοντική Αρχή 7 έργα διαφόρων τύπων και μεγέθους. Για τα 7 αδειοδοτημένα έργα έχουν μεν επιβληθεί όροι για τη διαχείριση των όμβριων υδάτων μέσα από τις γνωματεύσεις της Περιβαλλοντικής Αρχής, όμως μας προβληματίζει ιδιαίτερα ότι οι όροι που επιβάλλονται είναι μεμονωμένοι ανά έργο, και δεν υπάρχει κάποια γνωμάτευση με συσσωρευτικούς όρους για το σύνολο των έργων και τις συναθροίστηκες επιπτώσεις στο υδρολογικό ισοζύγιο της περιοχής.
Το Terra Cypria διαχρονικά τονίζει την ανάγκη για εκπόνηση Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) ή αντίστοιχης μελέτης, για την αξιολόγηση των συσσωρευτικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων από όλες τις υφιστάμενες και προτεινόμενες αναπτύξεις στην ευρύτερη περιοχή που συνορεύει με την Αλυκή Ακρωτηρίου στα βόρεια. Ένας ενισχυτικός παράγοντας για την ανάγκη εκπόνησης της πιο πάνω μελέτης είναι η πολύ μεγάλη βιολογική σημασία της Αλυκής Ακρωτηρίου και η απουσία ικανοποιητικής ζώνης ανάσχεσης (buffer zone) μεταξύ των οικιστικών και εμπορικών ζωνών με την Αλυκή.
Για την πολύ πιθανή επερχόμενη περιβαλλοντική καταστροφή στην περιοχή και την αλλοίωση του υδρολογικού ισοζυγίου, η πολιτεία φαίνεται να είναι απροετοίμαστη και προσπαθεί να λύσει το πρόβλημα εκ των υστέρων με μελέτες διαχείρισης όμβριων υδάτων που, όπως φαίνεται, μένουν στα συρτάρια. Αν και με μεγάλη καθυστέρηση, ήδη από τον Ιούλιο του 2020 φαίνεται να εκπονήθηκε μελέτη από ιδιωτική συμβουλευτική εταιρεία για την ολοκληρωτική διαχείριση των όμβριων υδάτων στην περιοχή, ωστόσο, εξ όσων γνωρίζουμε, δεν υιοθετήθηκε ποτέ στην πράξη. Επίσης, όπως έγινε γνωστό από τα ΜΜΕ, πριν μερικούς μήνες πραγματοποιήθηκε σύσκεψη στη Λεμεσό στην οποία παρευρέθηκαν διάφοροι φορείς και τμήματα του κράτους, όπου διαφάνηκε ότι καμία αρμόδια Αρχή δεν είναι πρόθυμη να αναλάβει να εφαρμόσει τις εισηγήσεις της μελέτης. Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι ότι φαίνεται να ζητήθηκε από τον Υπουργό Μεταφορών γνωμάτευση από τον Γενικό Εισαγγελέα ώστε να ξεκαθαρίσει ποια είναι η αρμόδια Αρχή για το πιο πάνω θέματα.
Το Terra Cypria καλεί τις αρμόδιες αρχές να αναλάβουν άμεσα έργο, να ξεκαθαριστούν οι αρμοδιότητες και να ληφθούν άμεσα τα ολιστικά δέοντα μέτρα ώστε το εξαιρετικά σημαντικό και ευαίσθητο οικοσύστημα της Αλυκής Ακρωτηρίου να διατηρηθεί αναλλοίωτο.
Παράρτημα: Σημαντικότητα Αλυκής Ακρωτηρίου
Η Αλυκή Ακρωτήριου αποτελεί μέρος του συστήματος Υγροτόπων Ακρωτηρίου, το οποίο επίσης συμπεριλαμβάνει το Έλος Λιβάδι Φασουρίου, το Έλος Ζακακίου (πρώην εκβολικό σύστημα του ποταμού Γαρύλλη) και επιμέρους γλυκόβαλτους και λιμνία. Το Σύστημα Υγροτόπων Ακρωτηρίου, και κατ’ επέκταση η Χερσόνησος Ακρωτηρίου, φιλοξενεί ένα μωσαϊκό οικοτόπων που αποτελείται από 29 τύπους φυσικών οικοτόπων, πέραν των 800 ομάδων φυτών, 32 από τα οποία βρίσκονται καταγεγραμμένα στο Κόκκινο Βιβλίο της Κύπρου, πέραν των 300 ειδών πτηνών και μια πλούσια ερπετοπανίδα καθώς και ασπόνδυλα και ψάρια. Λόγω της σημαντικότητας της, η Αλυκή Ακρωτηρίου, όπως και μεγάλο μέρος των υγροτόπων Ακρωτηρίου, το 2003 περιλήφθηκε στη Σύμβαση για τους Υγροτόπους Διεθνούς Σημασίας ειδικά ως Ενδιαιτήματα Υδρόβιων Πτηνών, γνωστή ως Σύμβαση Ramsar. Παρόλο που η περιοχή βρίσκεται εντός των διοικητικών ορίων των Κυρίαρχων Βρετανικών Βάσεων (ΚΒΒ) και το ευρωπαϊκό κεκτημένο δεν εφαρμόζεται, εντούτοις έχει χαρακτηριστεί από τις βρετανικές βάσεις ως περιοχή αντίστοιχη του Natura 2000 και προστατεύεται από τις νομοθεσίες των ΚΒΒ που είναι αντίστοιχες των Ευρωπαϊκών και Κυπριακών περιβαλλοντικών νομοθεσιών. Έτσι, τo 2010 η περιοχή καθορίστηκε ως Ζώνη Ειδικής Προστασίας για τα Πουλιά και το 2015 κηρύχτηκε ως Ειδική Ζώνη Διατήρησης για τα είδη και οικοτόπους.