Για την ύπαρξη δομικών προβλημάτων που εμποδίζουν την παραπέρα ανάπτυξη του ΤΕΠΑΚ, κάνει λόγο ο νέος Αντιπρύτανης Οικονομικού Προγραμματισμού και Ανάπτυξης του ΤΕΠΑΚ Φώτης Παναγίδης, σε συνέντευξη του στο ΚΥΠΕ.
Ο κ. Παναγίδης αναφέρει συγκεκριμένα ότι ένα απ΄ αυτά τα προβλήματα αφορά το γεγονός ότι το ΤΕΠΑΚ «προσπαθεί να αναπτυχθεί στο κέντρο της πόλης, όπου οι κατάλληλοι χώροι είναι περιορισμένοι», σημειώνοντας ότι σε περίπτωση που συνεχιστούν αυτά τα προβλήματα, το ΤΕΠΑΚ “θα πρέπει να κοιτάξει πιθανή μελλοντική ανάπτυξη έκτος του κέντρου της πόλης, ακόμη και έκτος των δημοτικών ορίων της Λεμεσού”.
Όπως αναφέρει, το κέντρο της πόλης «θα πρέπει να αναπτυχθεί παράλληλα με την ανάπτυξη και εύρυθμη λειτουργία του Πανεπιστημίου σαν οντότητα» και δεν θα πρέπει η πόλη «να δυσκολεύει την ανάπτυξη του Πανεπιστημίου», επισημαίνοντας ότι η όλη ανάπτυξη «σκαλώνει» σε χρονοβόρες διαδικασίες απαλλοτριώσεων και σε συγκρουόμενα συμφέροντα ιδιοκτητών ακινήτων.
Ο Αντιπρύτανης του ΤΕΠΑΚ μιλά, επίσης, για τις ενέργειες στις οποίες προβαίνει η νέα ηγεσία του Πανεπιστημίου για αποκατάσταση της τραυματισμένης εικόνας του ΤΕΠΑΚ, λόγω των διαφόρων σκανδάλων που είδαν κατά καιρούς το φως της δημοσιότητας, καλώντας ταυτόχρονα την πολιτεία και όλους τους αρμόδιος φορείς να στηρίξουν τις προσπάθειες της νέας ηγεσίας “και όχι να μας τορπιλίσουν γιατί κάποιοι πριν 8-10 χρόνια ενοικίασαν κτήρια σε ψηλές τιμές ή συμφώνησαν συμβόλαια κτηριακών αναβαθμίσεων ετεροβαρή για το ΤΕΠΑΚ”.
Τονίζει ακόμη ότι είναι αναγκαία η προσφορά προγραμμάτων σπουδών στα αγγλικά ως επίσης και η προσφορά εξ αποστάσεως προγραμμάτων σπουδών, μέσω της χρήσης της τεχνολογίας, “εάν πραγματικά θέλουμε να καταστήσουμε την Κύπρο Περιφερειακό Κέντρο Εκπαίδευσης”. Εκφράζει, τέλος, την ετοιμότητα του να εργαστεί άοκνα για να υπερασπιστεί το έργο των συναδέλφων του και να «πολεμήσει» για να μη θυματοποιηθεί το ΤΕΠΑΚ λόγω οποιωνδήποτε συμφερόντων.
“Οι στόχοι της Αντιπρυτανείας Οικονομικού Προγραμματισμού και Ανάπτυξης του ΤΕΠΑΚ”
Ερωτηθείς ποιοι είναι οι στόχοι της Αντιπρυτανείας Oικονομικού Προγραμματισμού και Ανάπτυξης του ΤΕΠΑΚ, ο κ. Παναγίδης είπε ότι “οι στόχοι αυτοί είναι μέρος ενός ευρύτερου στρατηγικού πλάνου της Πρυτανείας», επισημαίνοντας ότι «κάτι που σίγουρα χαρακτηρίζει τις σημερινές πρυτανικές αρχές του ΤΕΠΑΚ είναι η αγαστή συνεργασία και προσήλωση σε κοινούς στόχους”.
“Θα εργαστούμε μαζί με τον Πρύτανη και τον Αντιπρύτανη Ακαδημαϊκών Υποθέσεων για να επιτύχουμε σημαντικά βήματα προόδου για το ΤΕΠΑΚ. Σε αυτή την προσπάθεια έχουμε τη στήριξη και συνεργασία ενός δραστήριου Διευθυντή Διοίκησης και Οικονομικών και ενός άξιου Προέδρου του Συμβουλίου και όλων των άλλων συναδέλφων που απαρτίζουν τα διοικητικά σώματα του ΤΕΠΑΚ αλλά και της πανεπιστημιακής κοινότητας ευρύτερα ”, πρόσθεσε.
Όπως είπε, “οι στόχοι είναι και συγκεκριμένοι αλλά και μετρήσιμοι”, σημειώνοντας ότι “ανάπτυξη για το Πανεπιστήμιο σημαίνει περισσότερα ερευνητικά προγράμματα και προγράμματα σπουδών, περισσότεροι φοιτητές, περισσότερο ακαδημαϊκό και διοικητικό προσωπικό στα πλαίσια αριστείας που αποτελεί βασική προϋπόθεση και σίγουρα ανάπτυξη των υποδομών για στέγαση των δραστηριοτήτων και λειτουργιών του πανεπιστημίου. Επίσης, η όσο το δυνατό μεγαλύτερη οικονομική αυτονόμηση και βεβαίως η συμβολή στους ευρύτερους εκπαιδευτικούς στόχους του κράτους, ιδίως αυτούς που αφορούν στην οικονομική ανάπτυξη μέσω των πανεπιστημίων”, συμπλήρωσε.
“Δομικά προβλήματα εμποδίζουν την ανάπτυξη του ΤΕΠΑΚ”
Ερωτηθείς ποια προβλήματα εμποδίζουν σήμερα την παραπέρα ανάπτυξη του ΤΕΠΑΚ, ο κ. Παναγίδης είπε ότι υπάρχουν δομικά προβλήματα “και ένα απ’ αυτά είναι το γεγονός ότι το ΤΕΠΑΚ προσπαθεί να αναπτυχθεί στο κέντρο της πόλης, όπου οι κατάλληλοι χώροι είναι περιορισμένοι. Επίσης, οι διαδικασίες για εξεύρεση χώρων και ανάπτυξη αυτών είναι χρονοβόρες. Καλούμαστε να λειτουργήσουμε μέσα από τις γραφειοκρατικές διαδικασίες άλλων υπηρεσιών του κράτους, οι οποίες αντί να διευκολύνουν το έργο μας αντίθετα το δυσχεραίνουν”.
Το ΤΕΠΑΚ, πρόσθεσε, “έχει εξαιρετικό διοικητικό προσωπικό που με την κατάλληλη ηγεσία μπορεί να καταφέρει πολλά. Τα μεγαλύτερα προβλήματα είναι κυρίως εκτός Πανεπιστημίου όπου πρέπει όλοι να αντιληφθούν ότι η ανάπτυξη του Πανεπιστημίου είναι σημαντικός πυλώνας της επανεκκίνησης της οικονομίας και της αναβάθμισης της παιδείας και ότι η κτηριακή ανάπτυξη και η ανάπτυξη υποδομών του ΤΕΠΑΚ πρέπει να τυγχάνει της δέουσας προσοχής και προτεραιότητας”.
Ο κ. Παναγίδης σημείωσε ότι το ΤΕΠΑΚ «έχει δώσει πάρα πολλά στη Λεμεσό, αλλά η Λεμεσός θα μπορούσε να δώσει πολύ περισσότερα στο Πανεπιστήμιο» για να σημειώσει ότι ως γνήσιος Λεμεσιανός «και βεβαίως θέλω το κέντρο της πόλης μου να αναπτυχθεί, αλλά να αναπτυχθεί παράλληλα με την ανάπτυξη και εύρυθμη λειτουργία του Πανεπιστημίου σαν οντότητα. Εγώ θέλω να δίνω πνοή στην πόλη, αλλά δεν δέχομαι η πόλη να δυσκολεύει την ανάπτυξη του Πανεπιστημίου».
“Θέλω αίθουσες διδασκαλίας για τους φοιτητές μου, εργαστήρια και γραφεία για τους καθηγητές μου και σύγχρονους χώρους εργασίας για το διοικητικό μου προσωπικό. Έχω τον προϋπολογισμό να τα υλοποιήσω, εσωτερικά παίρνω τις αποφάσεις στο χρόνο που πρέπει, αλλά η όλη ανάπτυξη σκαλώνει σε μια πολεοδομική άδεια, σε χρονοβόρες διαδικασίες απαλλοτριώσεων και σε συγκρουόμενα συμφέροντα ιδιοκτητών ακινήτων», είπε.
Διερωτήθηκε ταυτόχρονα «γιατί εδώ και τόσα χρόνια θα πρέπει η εκάστοτε ηγεσία του ΤΕΠΑΚ να ασχολείται με όλα αυτά που έφεραν και τα μεγαλύτερα προβλήματα στο ΤΕΠΑΚ και να μην ασχολείται σύσσωμη, ως είθισται, με την οικονομική ανάπτυξη, με την προώθηση της έρευνας και του ερευνητικού έργου των επιστημόνων που το στελεχώνουν, με την ανάπτυξη της παιδείας και του πολιτισμού, μέσα από τα προγράμματα σπουδών που θα δώσουν περισσότερα εχέγγυα στους φοιτητές για την αγορά εργασίας;».
Ο κ. Παναγίδης σημείωσε ότι “αν αυτά τα προβλήματα συνεχίσουν, το ΤΕΠΑΚ θα πρέπει να κοιτάξει πιθανή μελλοντική ανάπτυξη έκτος του κέντρου της πόλης, ακόμη και έκτος των δημοτικών ορίων της Λεμεσού. Υπάρχουν χώροι στο Κολόσσι, στον Ύψωνα, στα Πολεμίδια, στη Μέσα Γειτονιά, στον Άγιο Αθανάσιο, στη Γερμασόγεια, στον Άγιο Τύχωνα, μέχρι και στη Μονή και στο Πεντάκωμο».
«Εμείς θέλουμε», είπε, «συνεργασία για την ανάπτυξη του Πανεπιστημίου εντός της πόλης και σε αυτό συγκαταλέγω το λεγόμενο Β’ πόλο ανάπτυξης (χώροι παλαιού νοσοκομείου κ.λπ.). Αλλά να γίνει με τρόπο που να συμφέρει οικονομικά και αναπτυξιακά και λειτουργικά. Αν αυτό δεν μπορεί να γίνει, τότε θα πάμε εκτός κέντρου πόλεως και προσωπικά δεν θα περιμένω 4 χρόνια μέχρι να λήξει η θητεία μου για να πάρω τις ανάλογες αποφάσεις. Η πανεπιστημιακή κοινότητα με εξέλεξε στην ηγεσία βάσει συγκεκριμένου πλάνου και η στοχοπροσήλωση μου σε αυτό είναι αδιαπραγμάτευτη».
«Η νέα ηγεσία προβαίνει σε ενέργειες για ανάδειξη της θετικής εικόνας του ΤΕΠΑΚ»
Κληθείς να αναφερθεί στις σκέψεις και ενέργειες της νέας ηγεσίας του ΤΕΠΑΚ για αποκατάσταση της τραυματισμένης δημόσιας εικόνας του Πανεπιστημίου λόγω των διαφόρων σκανδάλων που είδαν κατά καιρούς το φως της δημοσιότητας, ο κ. Παναγίδης ανέφερε ότι «γενικά οι οποιεσδήποτε ατασθαλίες ή παρατυπίες πηγάζουν και από τα κενά που υπήρχαν και στη νομοθεσία και στις διαδικασίες και στο τρόπο που καλέστηκε να λειτουργήσει το νεοσύστατο Πανεπιστήμιο. Άρα, η νέα ηγεσία καλείται να δράσει άμεσα για να κλείσουν τα οποιαδήποτε κενά παραμένουν».
Όπως είπε, «η νέα ηγεσία θα πορευτεί με σύμπνοια και συνεργασία και θα βάζει πάνω από όλα τα καλώς νοούμενα συμφέροντα του Πανεπιστημίου. Το Πανεπιστήμιο», πρόσθεσε, «επιτελεί ακαδημαϊκά και επιστημονικά ένα πολύ σημαντικό έργο με εξαιρετική επιτυχία. Αυτό το έργο θέλει να αναδείξει η νέα ηγεσία που ήδη προχώρησε σε συγκεκριμένες ενέργειες για να αναδεικνύεται η θετική εικόνα αλλά και η σοβαρή εργασία που επιτελείται στο Πανεπιστήμιο. Μέσα σε αυτές τις δράσεις θα είναι και η προσπάθεια συνεργασίας με εξωτερικούς φορείς για στήριξη συγκεκριμένων προγραμμάτων του πανεπιστημίου που να αφορούν την εκπαίδευση και την έρευνα. Θεωρώ ότι αν καταφέρει καταρχήν η νέα ηγεσία να προσελκύσει τη στήριξη μεγάλων οργανισμών και φορέων που δραστηριοποιούνται στο τόπο μας, τότε θα έχουμε κάνει ένα σοβαρό βήμα για να ανακτήσουμε την εμπιστοσύνη και της κοινής γνώμης».
Ο Αντιπρύτανης του ΤΕΠΑΚ επεσήμανε ότι “το Πανεπιστήμιο έχει να δώσει πολλά ερευνητικά και επιστημονικά έργα για την ανάπτυξη της παιδείας και του πολιτισμού και έτσι πρέπει να αντιμετωπίζεται. Το Πανεπιστήμιο και οι θεσμοί του», πρόσθεσε, «πρέπει να τυγχάνουν σεβασμού από άπαντες οποιουδήποτε αξιώματος και όχι να υποτιμούνται με βάση ατασθαλίες που έγιναν λόγω κακών επιλογών των ίδιων εξωπανεπιστημιακών θεσμών. Έχουμε εργαστεί και σε Πανεπιστήμια σύγχρονων κρατών και αυτές οι εμπειρίες μας έχουν διδάξει πως θα πρέπει να λειτουργήσουμε και εμείς ανάλογα. Για να γίνει αυτό πρέπει η πολιτεία και όλοι οι φορείς να στηρίξουν με θέρμη τις προσπάθειες μας και όχι να μας τορπιλίσουν γιατί κάποιοι πριν 8-10 χρόνια ενοικίασαν κτήρια σε ψηλές τιμές ή συμφώνησαν συμβόλαια κτηριακών αναβαθμίσεων ετεροβαρή για το ΤΕΠΑΚ. Τότε που η ίδια η πολιτεία έδινε τα χρήματα απλόχερα για να τα διαχειριστούν κάποιοι για το ΤΕΠΑΚ, γιατί δεν δημιούργησε και τις ασφαλιστικές δικλίδες για να αποφευχθούν οι οικονομικά ασύμφορες πράξεις; Αυτοί έφυγαν τώρα, πληρώθηκαν αδρά και πήγαν στις χώρες τους και στα σπίτια τους και εμείς πληρώνουμε το τίμημα», ανέφερε χαρακτηριστικά.
“Δεν θεωρώ το Πανεπιστήμιο Κύπρου ως ανταγωνιστή του ΤΕΠΑΚ”
Ερωτηθείς για τις σχέσεις μεταξύ του ΤΕΠΑΚ και του Πανεπιστημίου Κύπρου, ο κ. Παναγίδης ανέφερε ότι “το Πανεπιστήμιο Κύπρου έχει μια πολύ πετυχημένη ιστορία και σίγουρα έχουμε πολλά να μάθουμε από την ιστορική του διαδρομή. Πολλά για να υιοθετήσουμε, άλλα για να αποφύγουμε, αλλά όλα για να γίνουμε καλύτεροι».
«Δεν θεωρώ το Πανεπιστήμιο Κύπρου ως ανταγωνιστή του ΤΕΠΑΚ, ακόμη και σε περιπτώσεις που θεωρητικά μπορεί να υπάρχει επικάλυψη σε συγκεκριμένους τομείς. Η δική μου στρατηγική θεώρηση είναι να καταστήσουμε το ΤΕΠΑΚ εκτός ανταγωνισμού, προσπαθώντας να διαφοροποιήσουμε τον εαυτό μας, πάρα να έρθουμε σε μετωπική σύγκρουση με το Πανεπιστήμιο Κύπρου σε διάφορους τομείς”, πρόσθεσε.
Διαφοροποίηση, όπως εξήγησε, “δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να έχω εγώ πρόγραμμα σπουδών ή Τμήμα ή Σχολή που υπάρχει στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, αλλά σημαίνει ότι αυτό που έχω εγώ είναι δομημένο με τέτοιο τρόπο που να ανταποκρίνεται καλύτερα στην αγορά υπερτερώντας σε συγκεκριμένο άξονα. Και υπάρχουν πολλές ευκαιρίες διαφοροποίησης, κάποιες που ήδη εκμεταλλευόμαστε, άλλες στις οποίες θα δουλέψουμε”.
Ο κ. Παναγίδης τόνισε ότι “η συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Κύπρου που μέχρι τώρα δεν κατέστη εφικτό να υλοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό, θα είναι προς όφελος και των δυο Πανεπιστημίων. Και σε αυτό η νέα ηγεσία είναι έτοιμη να κάνει σοβαρά βήματα”.
“Αναγκαία η προσφορά προγραμμάτων σπουδών στα αγγλικά”
Σε ερώτηση για το πώς προχωρά η υλοποίηση του στόχου της πολιτείας να καταστεί η Κύπρος Περιφερειακό Κέντρο εκπαίδευσης, ο κ. Παναγίδης είπε ότι « για την επίτευξη αυτού του διαχρονικού στόχου χρειάζεται η εκπόνηση και η υλοποίηση κάποιου στρατηγικού πλάνου», υπογραμμίζοντας ότι «μια από τις μεγαλύτερες προοπτικές για εισροή εισοδημάτων για τα δημόσια Πανεπιστήμια μας, είναι η προσφορά προγραμμάτων σπουδών στα αγγλικά, η προσφορά αυτοχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων και η προσφορά εξ αποστάσεως προγραμμάτων σπουδών, μέσω της χρήσης της τεχνολογίας».
«Αν πραγματικά θέλουμε να καταστήσουμε την Κύπρο Περιφερειακό κέντρο Εκπαίδευσης, να αυξήσουμε τα έσοδα των Πανεπιστημίων, να βοηθήσουμε για να κρατηθεί η πανεπιστημιακή εκπαίδευση για τους ελληνόφωνες είτε δωρεάν, είτε με μειωμένα δίδακτρα, θα πρέπει να ανοίξουμε τα προγράμματα μας στις αγορές μέσω ευφάνταστων πολιτικών στους προαναφερθέντες άξονες», είπε για να καταλήξει λέγοντας ότι «σημαντικό κονδύλι από τις εισροές εσόδων θα πρέπει να διατίθενται για την ανάπτυξη, δηλαδή σε περισσότερα προγράμματα σπουδών, για την προσέλκυση νέων μελών ΔΕΠ και για την έρευνα».
Πηγή ΚΥΠΕ…