Υποσχέθηκαν παράδοση και φωταγώγηση του ανακαινισμένου κτιρίου μέχρι τα Χριστούγεννα
Επτά χρόνια για την ανακαίνιση ενός κτιρίου, όπως και να το κάνουμε, είναι πολλά. Κι όμως τόσο χρόνο μετρούν μέχρι αυτή τη στιγμή τα έργα που ξεκίνησαν το 2010 για την ανακαίνιση και κάποιες προσθήκες-μετατροπές στο κτίριο της Δημοτικής Βιβλιοθήκης της Λεμεσού, που για τους παλαιότερους είναι γνωστό και ως Μέγαρο Πηλαβάκη ή ακόμα Μέγαρο Ζήνας Κάνθερ, από τα ονόματα των προηγούμενων ιδιοκτητών του και που αναμφίβολα αποτελεί το πιο σημαντικό νεοκλασικό κτίριο-αρχιτεκτονικό κόσμημα της πόλης.
Επιτέλους, λοιπόν, μετά από αρκετές περιπέτειες, λόγω κυρίως προβλημάτων που είχαν προκύψει με κάποιους από τους εργολάβους που είχαν αναλάβει το έργο, το κτίριο της Δημοτικής Βιβλιοθήκης επιστρέφεται, με τις ανακαινίσεις και τις βελτιώσεις του, στην πόλη και τους δημότες της Λεμεσού. Αυτό τουλάχιστον ανακοίνωσε ο ίδιος ο δήμαρχος μετά από επίσκεψή του στο εργοτάξιο.
«Στόχος μας να φωταγωγήσουμε την ανακαινισμένη Δημοτική Βιβλιοθήκη ακόμα και την ημέρα των Χριστουγέννων» δήλωσε ο κ. Νικολαΐδης μετά την επιθεώρηση που έκανε στους χώρους του Μεγάρου, όπου ακόμα εκτελούνται εργασίες.
Στηριζόμενος σε διαβεβαιώσεις που δόθηκαν από τον νέο εργολάβο του έργου, ότι δηλαδή θα ολοκληρωθούν οι εργασίες πριν το τέλος του χρόνου, ο δήμαρχος εξέφρασε την πεποίθηση ότι κάτι τέτοιο «βρίσκεται στη σφαίρα του εφικτού».
Με το νέο της image η βιβλιοθήκη θα μετονομαστεί σε Δημοτική Πανεπιστημιακή Βιβλιοθήκη, αφού τις εργασίες ανακαίνισής της είχε αναλάβει να φέρει εις πέρας το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου, μετά από σχετική συμφωνία που είχε υπογραφεί με το Δήμο Λεμεσού.
Με βάση αυτή τη συμφωνία παραχωρήθηκε στο ΤΕΠΑΚ ο πρώτος όροφος του κτιρίου για τη στέγαση της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου, ενώ σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε στο πίσω μέρος του κτιρίου ημιυπόγειος χώρος, ο οποίος επίσης θα εξυπηρετεί, κατά κύριο λόγο, ανάγκες του ΤΕΠΑΚ.
Γι’ αυτές τις επεκτάσεις και προσθήκες θα πρέπει να επισημανθεί ότι υπήρξαν αντιδράσεις από αρχιτέκτονες και άλλους πολίτες, οι οποίοι έκαναν λόγο για αλλοίωση της αρχιτεκτονικής εικόνας και γενικότερα του χαρακτήρα του κτιρίου.
Εν πάση περιπτώσει οι αρχικοί σχεδιασμοί εφαρμόστηκαν και στο πέρασμα του χρόνου σίγησαν οι όποιες διαφωνίες, σε αντίθεση με τις φωνές διαμαρτυρίας που ακούστηκαν κατά καιρούς και αφορούσαν τις καθυστερήσεις που υπήρξαν στην ολοκλήρωση των εργασιών και τις ανησυχίες για τυχόν καταστροφές, αφού για κάποιο χρονικό διάστημα δεν υπήρχε οροφή στο κτίριο.
Μετά τις συμπληγάδες λοιπόν από τις οποίες πέρασε η Βιβλιοθήκη, έχουμε τις διαβεβαιώσεις των υπευθύνων ότι το «γιοφύρι της Άρτας» της Λεμεσού φτάνει στο τέλος του και παραδίδεται για χρήση στους πολίτες με ένα συνολικό κόστος που θα ξεπερνά τα 3,5 εκ. ευρώ.
Πρότυπο για τα κυπριακά δεδομένα
Το παρήγορο από όλη αυτή την περιπετειώδη πορεία του Μεγάρου Πηλαβάκη είναι το γεγονός ότι με τη νέα της μορφή η Βιβλιοθήκη θα αποτελεί, όπως διαβεβαιώνουν τόσο ο Δήμος Λεμεσού όσο και οι ιθύνοντες του ΤΕΠΑΚ, «πρότυπο για τα κυπριακά δεδομένα».
Στα πλαίσια της συνεργασίας των δυο εμπλεκόμενων φορέων έγινε καταγραφή όλου του υλικού της Βιβλιοθήκης υπό την επίβλεψη των βιβλιοθηκονόμων του Πανεπιστημίου.
Τα βιβλία έχουν περαστεί στο ηλεκτρονικό σύστημα, ενώ τοποθετούνται σε όλα τα βιβλία ηλεκτρονικές ταινίες ασφαλείας που θα επιτρέπουν τον αυτόματο δανεισμό αλλά και τον άμεσο εντοπισμό του σημείου στο οποίο βρίσκεται το κάθε βιβλίο μέσα στους χώρους της Βιβλιοθήκης.
Κανένα βιβλίο δε θα μπορεί να βγει από το κτήριο αν προηγουμένως δεν απενεργοποιηθεί ο συναγερμός του ηλεκτρονικού τσιπ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο υλικό της βιβλιοθήκης του Δήμου, περιλαμβάνονται πέραν των 60.000 τόμων με αρκετές σπάνιες εκδόσεις (ακόμα και χειρόγραφα). Ιδιαίτερα σημαντικό θωρείται το Κυπρολογικό Τμήμα της Βιβλιοθήκης που περιλαμβάνει σπάνιες κυπριακές εκδόσεις, παλιές και σε αρκετές περιπτώσεις πλήρεις σειρές εφημερίδων και περιοδικών από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα.
Πηγή: Διάλογος