Τα κολυμβητικά νερά της θαλάσσιας περιοχής της Λεμεσού παραμένουν εξαίρετης ποιότητας και αυτό αποδεικνύεται και από τις συνεχιζόμενες δειγματοληπτικές εξετάσεις που γίνονται, σημειώνει ο Δήμος Λεμεσού, απορρίπτοντας διαδικτυακά κυρίως δημοσιεύματα για την ποιότητα του θαλασσινού νερού στις παραλίες της πόλης.
Σε διάσκεψη Τύπου, ο Δήμαρχος Ανδρέας Χρίστου διαμήνυσε πως «η δική μας διαχρονική εκτίμηση, η οποία κατοχυρώνεται και με αναλύσεις που γίνονται συστηματικά και από το κυβερνητικό χημείο, είναι ότι τα νερά της θάλασσας της Λεμεσού είναι εξαιρετικής ποιότητας και καθαρότητας, γεγονός που έχει βρει την αντανάκλαση του και στην απονομή της Γαλάζιας Σημαίας, η οποία γίνεται από τον ανεξάρτητο οργανισμό την CYMEPA, αλλά επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι εδώ και αρκετά χρόνια οι κυπριακές θάλασσες αναδεικνύονται μέσα από ευρωπαϊκές μετρήσεις ως οι πλέον καθαρές στην ΕΕ».
Υπογράμμισε ακόμη πως θα πρέπει τα ΜΜΕ να είναι προσεκτικά στην ενημέρωση τους προς το κοινό και να αποφεύγουν να δημιουργούν υπερβολική ανησυχία στην κοινή γνώμη για ένα τόσο ευαίσθητο θέμα που αφορά τον τουρισμό μας.
«Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί ώστε, από τη μια να πληροφορούμε την κοινή γνώμη αν υπάρχουν προβλήματα, αλλά από την άλλη να μην τα μεγεθύνουμε, γιατί χωρίς θάλασσα ο τουρισμός πάει περίπατο», είπε και πρόσθεσε ότι «πρέπει να υπάρχει μια ισορροπία μεταξύ της αγωνίας και της προειδοποίησης για το καθαρό νερό και του να δημιουργούμε φοβίες και υπερβολική ανησυχία στην κοινή γνώμη».
Ο κ. Χρίστου εξήγησε πως οι παράμετροι που καθορίζουν την ποιότητα του θαλασσινού νερού είναι η ρύπανση και η μόλυνση και πως για το δεύτερο η Λεμεσός δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα, αφού όλες οι αναλύσεις του 2016, όπως και προηγούμενων χρόνων, δείχνουν πολύ χαμηλότερο μικροβιολογικό φορτίο από ό,τι προβλέπεται για να θεωρηθεί η ποιότητα νερού ως εξαιρετική.
Συγκεκριμένα και σύμφωνα με δειγματοληψίες στις αρχές Ιουλίου, από το Γενικό Χημείο του κράτους, σε πολυσύχναστες παραλίες κατά μήκος του παραλιακού της Λεμεσού, καταγράφονται εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά κολοβακτηριδίων (<15) και εντερόκοκκων (από 1 μέχρι 11), ενώ τα αποδεκτά όρια για να θεωρούνται εξαιρετικής ποιότητας τα νερά κολύμβησης είναι <250 και <100 αντίστοιχα.
Το πρόβλημα ωστόσο που αντιμετωπίζουν οι παραλίες της Λεμεσού αφορά κυρίως θέματα ρύπανσης από υδρογονάνθρακες, έλαια και λίπη που προέρχονται από διάφορες πηγές, όπως το αγκυροβόλιο, τα ιχθυοτροφεία ή διερχόμενα πλοία και σκάφη και λόγω των δραστηριοτήτων σε λιμάνι και μαρίνα.
Για όλα αυτά, πέραν των πετρελαιοειδών που ευθύνη έχει το Τμήμα Αλιείας, συνέχισε ο Δήμαρχος Λεμεσού, η ευθύνη βαραίνει το Τμήμα Περιβάλλοντος, το οποίο ωστόσο «δεν έχει ούτε μια λαστιχένια βάρκα, ούτε ένα σωσίβιο να μπει στη θάλασσα και περιμένει να τον βοηθήσουν άλλοι, που και πάλι δεν έχουν τον απαιτούμενο εξοπλισμό για αντιμετώπιση των συγκεκριμένων ρύπων».
Ο Ανδρέας Χρίστου τόνισε ότι ο Δήμος, παρά το γεγονός ότι δεν είναι ο καθ` ύλην αρμόδιος, δεν αποποιείται τον κοινωνικό του ρόλο ως τοπική αρχή και έχει προβεί σε ενέργειες ώστε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της ρύπανσης, με πολύ ενθαρρυντικά αποτελέσματα, υπενθυμίζοντας παράλληλα ότι είναι ο μοναδικός Δήμος στην Κύπρο που διαθέτει σκάφος με ειδικό κάδο με τον οποίο καθημερινά καθαρίζει τη θάλασσα από στερεά απόβλητα.
«Για μένα το πρόβλημα εστιάζεται στο πώς οι αρμόδιοι αναλαμμβάνουν τις ευθύνες τους και δυστυχώς ο συντονισμός και η ανάληψη ευθύνης δεν φαίνεται να κυριαρχεί σε αυτό το θέμα», είπε ο κ. Χρίστου, προσθέτοντας ότι «η ουσία είναι να υπάρξει ο σεβασμός, η ισορροπία και η έγκαιρη παρέμβαση των υπηρεσιών για να αποτρέψουν τα όποια αρνητικά φαινόμενα».
Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας για αντιμετώπιση της ρύπανσης, το ΤΕΠΑΚ έχει διενεργήσει έρευνα στην οποία υποδεικνύει τις διάφορες πηγές του προβλήματος και εισηγείται μάλιστα λύσεις που άρχισαν ήδη να εφαρμόζονται με εξαιρετικά αποτελέσματα, ενώ άλλες χρειάζονται κονδύλια τα οποία θα επιδιωχθεί να εξασφαλιστούν μέσω ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών προγραμμάτων.
Όπως δήλωσε στη διάσκεψη Τύπου ο καθηγητής του Τμήματος Επιστήμης και Τεχνολογίας Περιβάλλοντος Κώστας Κώστα, αφού εντοπίστηκαν οι διάφορες πηγές που προκαλούν τη ρύπανση στον κόλπο της Λεμεσού, με κυριότερες το αγκυροβόλιο και τα ιχθυοτροφεία, έχει προταθεί όπως σε αρχικό στάδιο γίνει καθαρισμός με φυσικό υλικό το οποίο έχει την ιδιότητα να διασπείρει αυτές τις οργανικές ουσίες που επιπλέουν στο νερό, με αποτέλεσμα να εξατμίζονται σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα και να χάνεται και το μικροβιακό φορτίο τους.
Τα αποτελέσματα από τους δυο ήδη καθαρισμούς που έγιναν ήταν εντυπωσιακά, είπε ο κ. Κώστα, αφού μειώθηκε αισθητά και σε σύντομο χρονικό διάστημα τόσο η ρύπανση όσο και το μικροβιακό φορτίο που αυτή προκαλούσε, και αναμένεται οι καθαρισμοί αυτοί να συνεχιστούν.
Πέραν αυτού, η έρευνα του Πανεπιστημίου εισηγείται όπως τοποθετηθούν φράγματα στις περιοχές των ιχθυοτροφείων για να συγκρατούνται τα υπολείμματα τροφών, να αναβαθμιστεί το υφιστάμενο σκάφος του Δήμου με κατάλληλο εξοπλισμό και να εγκατασταθούν αισθητήρες και ραντάρ που θα καλύπτουν όλη τη θαλάσσια περιοχή Λεμεσού και θα ενημερώνουν άμεσα όπου παρουσιάζεται πρόβλημα στην ποιότητα του νερού.
«Σε συνεργασία με το Δήμο Λεμεσού και άλλο Πανεπιστήμιο και Δήμο από την Ελλάδα, έχουμε υποβάλει πρόταση (σε ευρωπαϊκό πρόγραμμα) για ένα ολοκληρωμένο σύστημα που θα κάνει συνεχή παρακολούθηση του θαλασσινού νερού και θα ειδοποιεί αυτόματα και άμεσα όταν εντοπιστεί κάποιο περιστατικό», πρόσθεσε ο κ. Κώστα.
Εκτός από το ραντάρ, ο Δήμος εκτιμά πως μπορεί μέσα από χορηγίες να εξασφαλίσει το χρηματικό ποσό που απαιτείται για την κάλυψη των εξόδων των υπόλοιπων προτάσεων που υπολογίζεται σε 300.000 ευρώ.
Στη σύσκεψη έλαβαν μέρος οι αρμόδιες υπηρεσίες του Δήμου, δημοτικοί σύμβουλοι καθώς και εκπρόσωποι του ομίλου χειμερινών κολυμβητών και φίλων Λεμεσού «Ακτή Ολυμπίων», οι οποίοι υπογράμμισαν πως δεν θα πρέπει να αποποιηθούν της ευθύνης τους οι αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες/τμήματα, επειδή ο Δήμος επιχειρεί ουσιαστικά μόνος του να λύσει το πρόβλημα, και διαβεβαίωσαν πως και οι ίδιοι θα κάνουν ό,τι μπορούν για να βοηθήσουν
ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ…