Η κρατική παρέμβαση για διάσωση του τραπεζικού τομέα στην Κύπρο είχε ως αποτέλεσμα ζημιές για το κράτος που έφτασαν το 10,5% του κυπριακού ΑΕΠ, οι οποίες δεν μπορούν να ανακτηθούν, σύμφωνα με έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία χαρακτηρίζει το παράδειγμα της Κύπρου ως το «χειρότερο σενάριο».
Σύμφωνα με την έκθεση της ΕΚΤ, με τίτλο «Η δημοσιονομική επίπτωση της στήριξης του τραπεζικού τομέα στην Ευρωζώνη κατά την περίοδο της κρίσης», η Κύπρος είχε την τρίτη μεγαλύτερη δημοσιονομική επίπτωση λόγω της στήριξης του τραπεζικού της τομέα, μετά την Ιρλανδία και την Ελλάδα.
«Στο χειρότερο σενάριο, ένας περιορισμένος ρυθμός ανάκτησης (της κρατικής στήριξης) καταδεικνύει ότι οι επεμβάσεις οδήγησαν σε μεγάλες μη ανακτήσιμες ζημιές, όπως στην περίπτωση της Κύπρου, με μια διακράτηση ζημιών για την Κυβέρνηση που αντιστοιχεί στο 10,5% λόγω της αναδιάρθρωσης μιας από τις μεγαλύτερες της τράπεζες», αναφέρει η έκθεση.
Υπενθυμίζεται ότι τον Ιούνιο του 2012 η κυβέρνηση είχε εκδώσει ομόλογο (υποσχετικό πληρωμής) ύψους €1,9 δισ για στήριξη της Λαϊκής Τράπεζας. Ωστόσο, μετά τις αποφάσεις του Eurogroup το Μάρτιο του 2013 η Λαϊκή οδηγήθηκε σε εκκαθάριση, με αποτέλεσμα οι μετοχές που απέκτησε το κράτος να εξανεμιστούν. Παράλληλα περιουσιακά στοιχεία της Λαϊκής, μαζί με το κρατικό ομόλογο, μεταφέρθηκαν στην Τράπεζα Κύπρου. Μέχρι στιγμής η κυβέρνηση έχει αποπληρώσει περίπου το 1,5 δισ από το ομόλογο που μεταφέρθηκε στην Τράπεζα Κύπρου.
Γενικότερα, σύμφωνα με την έκθεση, κατά την περίοδο 2008 – 2014 η συσσωρευμένη οικονομική βοήθεια στον τραπεζικό τομέα ανήλθε σε €800 δισ ή 8% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης, εκ των οποίων ποσό που αντιστοιχεί στο 3,3% το ΑΕΠ έχει ανακτηθεί, που αντιστοιχεί σε ανάκτηση του 40% της συνολικής κρατικής στήριξης που έχει παραχωρηθεί, που αποτελεί πολύ χαμηλή επίδοση σε σχέση με διεθνή δεδομένα, καθώς για παράδειγμα η Σουηδία κατάφερε να ανακτήσει το 95% των εκταμιεύσεων της πέντε χρόνια μετά την κρίση που ξέσπασε στη χώρα το 1991.
Στην περίπτωση της ευρωζώνης, η ανάκτηση προήλθε μέσω πώλησης των περιουσιακών στοιχείων που κατείχαν τα κράτη και άλλων εσόδων που προέρχονται από περιουσιακά στοιχεία, μερίσματα και άλλα τέλη.
Σε επίπεδο ευρωζώνης ο βαθμός των συσσωρευμένων ζημιών κατά μέσο όρο την περίοδο 2008-2014 αντιστοιχούσε στο 1,8% του ΑΕΠ, καταδεικνύοντας ότι ένα 25% των ακαθάριστων δημοσιονομικών αναγκών υπολογίζονται ως ζημιές που δεν μπορούν να ανακτηθούν.
Δημοσιονομικές επιπτώσειςΣύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΚΤ, η μεγαλύτερη δημοσιονομική επίπτωση καταγράφηκε στην Ιρλανδία με μια συσσωρευμένη επιδείνωση του δημοσιονομικού ισοζυγίου που αγγίζει τις 25 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ της χώρας. Ακολούθησε η Ελλάδα με 12,5%, η Σλοβενία με 12,0% και η Κύπρος με 8,5%.
Το δημόσιο χρέος συνεπεία των μέτρων στήριξης του τραπεζικού τομέα αυξήθηκε κατά 4,8% του ΑΕΠ την περίοδο 2008-2014 στην Ευρωζώνη. Τη μεγαλύτερη αύξηση στο χρέος παρουσίασε η Ιρλανδία με 22,6% και ακολούθησαν η Ελλάδα με 22,2% του ΑΕΠ, η Κύπρος με αύξηση του χρέους κατά 19,4% του ΑΕΠ και η Σλοβενία με 18,2%.
AMCs και κίνδυνοιΣύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΚΤ, οι κίνδυνοι δεν προκύπτουν μόνο από τις άμεσες αγορές τραπεζικών περιουσιακών στοιχείων και τις ενέσεις κεφαλαίων, αλλά και από τις κυβερνητικές εγγυήσεις, οι οποίες το 2014 αντιστοιχούσαν στο 2,7% του ΑΕΠ της ευρωζώνης, καθώς και από πιθανές ζημιές στις εταιρείες/οχήματα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων (AMCs).
Μπορεί η δημιουργία αυτών των οχημάτων να αποτελεί ένα αποτελεσματικό μέτρο αντιμετώπισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ωστόσο ο δυνητικός δημοσιονομικός κίνδυνος διαφοροποιείται από χώρα σε χώρα ανάλογα με το βαθμό της κρατικής συμμετοχής, αναφέρει η ΕΚΤ.
Όταν ένα τέτοιο όχημα βρίσκεται εντός του τομέα της γενικής κυβέρνησης, τότε όλες οι υποχρεώσεις είναι μέρος του δημόσιου χρέους, όπως ισχύει στην περίπτωση της Σλοβενίας (BAMC), με αποτέλεσμα η μελλοντική επίπτωση στο δημοσιονομικό ισοζύγιο να εξαρτάται στο πώς θα εξελιχθούν τα μελλοντικά έσοδα και ζημιές της εταιρείας αυτής.
Στην περίπτωση της Ιρλανδίας, η NAMA δημιουργήθηκε το 2009 με το κράτος να κατέχει το 49% με εκδομένο χρέος ύψους 7,3% του ΑΕΠ για την αγορά δανείων με κούρεμα 57%. Μέχρι σήμερα τα κέρδη έφτασαν στο 0,2% του ΑΕΠ.
Στην περίπτωση της Ισπανίας, η SAREB ιδρύθηκε το 2012 με την κρατική συμμετοχή να ανέρχεταιστο 45%. Η εταιρεία αυτή χρηματοδοτήθηκε με την έκδοση ομολόγων που αντιστοιχούν στο 4,8% του ΑΕΠ και αγόρασε δάνεια με κούρεμα 46% και ακίνητα προς εκποίηση με κούρεμα 63%. Ωστόσο η εταιρεία το 2014 κατέγραψε ζημιές 0,1%.
Τέλος η BAMC ανήκει στο σλοβενικό δημόσιο κατά 100% αφού το κράτος έχει εκδώσει ομόλογα 4,2% του ΑΕΠ αγοράζοντας δάνεια με εξαιρετικά υψηλό κούρεμα της τάξης του 71%. Το 2014 η εταιρεία κατέγραψε κέρδη που αντιστοιχούν στο 0.1% του ΑΕΠ της χώρας….