Σ’ όλες της περιόδους της ιστορίας της η Κύπρος αλλά κι’ άλλες χώρες δεχόντουσαν κτυπήματα από μεταδοτικές ασθένειες. Η Λεμεσός δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση σ’ αυτές τις εξάρσεις των λoιμωδών μεταδοτικών ασθενειών. Κάτω από την αδιάφορη για τον, ελληνοκυπριακό πληθυσμό οθωμανική κατοχή, κάποιες φορές οι προύχοντες της πόλης δραστηριοποιήθηκαν για να δημιουργήσουν καλυτέρευση των συνθηκών διαβίωσης των πασχόντων συμπολιτών μας, τουλάχιστον για τους ασθενούντες με λοιμώδης ασθένειες.
Έτσι το 1830 με συλλογική προσπάθεια της κοινωνίας της Λεμεσού, κυρίως των χριστιανών, κατόρθωσαν να κτίσουν το πρώτο νοσηλευτικό ίδρυμα, που είχε σαν στόχο, κυρίως, την φροντίδα των πασχόντων από λοιμώδης νόσους, που την περίοδο εκείνη βρισκόντουσαν σε έξαρση.
Βέβαια οι υπηρεσίες που προσφέροντο απ’ αυτό το υποτυπώδες νοσοκομείο ήταν πέρα από τη φροντίδα των ασθενών, ήταν και ο εγκλωβισμός τους σ’ αυτό για να μην έρχονται σ’ επαφή με τον υπόλοιπο κόσμο, αποφευγομένης έτσι της μετάδοσης της νόσου. Ήταν ταυτόχρονα ένας χώρος καραντίνας, και το πρώτο νοσοκομείο της Λεμεσού, αλλά κι’ ολόκληρης της Κύπρου. Βρισκόταν στο παραλιακό δρόμο, απέναντι που είναι το Γ.Σ.Ο.
Αυτό το νοσοκομείο πρόσφερε τις υπηρεσίες του όποιες και να ήσαν σ’ αυτές τις συνθήκες, μέχρι το 1881 όπου με νέα διευθέτηση εγκαταλείφθηκε. Το κτίριο αυτό για αρκετό καιρό χρησιμοποιείτο σαν φτωχοκομείο του Δήμου Λεμεσού. Μάλιστα σ’ αυτό πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του ο εθνικός μας ποιητής Βασίλης Μιχαηλίδης, όπου πέθανε σ’ αυτό. Στη συνέχεια το κτίριο αυτό γκρεμίστηκε, και στη θέση του κτίστηκαν τα Δημοτικά Λουτρά το 1930.