Πρέπει «να ενθαρρύνουμε τον εμβολιασμό και είναι το βασικότερο μέτρο που μπορεί να ληφθεί τώρα», λέει στο ΚΥΠΕ η Επίκουρος Καθηγήτρια Παιδιατρικής και Λοιμωξιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, Πρόεδρος της Ειδικής Επιτροπής του Παγκύπριου Ιατρικού Συλλόγου για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού και μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής του Υπουργείου Υγείας, δρ Μαρία Κολιού.
Η Συμβουλευτική Επιστημονική Επιτροπή συνήλθε μέσω τηλεδιάσκεψης το βράδυ της Παρασκευής για να προβεί σε ανάλυση των επιστημονικών δεδομένων της επιδημιολογικής εικόνας, όπως παρουσιάζεται τις τελευταίες ημέρες με την συνεχιζόμενη άνοδο στα κρούσματα κορωνοϊού.
Σε ερώτηση σχετικά με τη σύσκεψη της Συμβουλευτικής Επιστημονικής Επιτροπής, η δρ Κολιού είπε ότι έγινε μια ανασκόπηση της επιδημιολογικής κατάστασης.
«Πράγματι, ανησυχούμε και εμείς γι’ αυτή την αύξηση, η οποία συνέβηκε και συμβαίνει γιατί έχει και αρκετές εισαγωγές στα νοσοκομεία, οι οποίες φαίνεται ότι θα αυξηθούν στην συνέχεια και θα έχουμε τελικά πίεση στο σύστημα υγείας», ανέφερε.
Το άλλο, πρόσθεσε, «είναι ότι η δική μας η θεώρηση είναι ότι μάλλον πρέπει να ενθαρρύνουμε τον εμβολιασμό και είναι το βασικότερο μέτρο που μπορεί να ληφθεί τώρα».
Ερωτηθείσα αν τέθηκε θέμα επιπρόσθετων μέτρων, η δρ Κολιού είπε ότι δεν μίλησαν για μέτρα και πρόσθεσε ότι «είπαμε ότι για να πάρεις απαγορευτικά και τα λοιπά, πρέπει πράγματι να υπάρξει πολύ σοβαρό θέμα με το σύστημα υγείας, δηλαδή μεγάλη πίεση στα νοσοκομεία, όπως τότε που είχαμε τον χειμώνα».
Η κατάσταση, συνέχισε, όπως είναι τώρα είναι πιο καλή.
«Βασικά, μας παραπέμπει στο να εστιάσουμε στην ενθάρρυνση της εμβολιαστικής κάλυψης συν κάποια μέτρα που έχουν ήδη ανακοινωθεί από το Υπουργείο Υγείας», σημείωσε.
Απαντώντας σε ερώτηση αν θα συνεχίσουν να παρακολουθούν την επιδημιολογική εικόνα, η δρ Κολιού είπε ότι οπωσδήποτε την παρακολουθούμε και πρόσθεσε ότι «βρισκόμαστε συστηματικά και όταν ζητείται από τον Υπουργό Υγείας η άποψη μας οπωσδήποτε θα είμαστε στην διάθεσή του».
Σε παρατήρηση ότι ουσιαστικά η μόνη λύση είναι να εμβολιαστεί όσο το δυνατό περισσότερος κόσμος, η δρ Κολιού απάντησε καταφατικά, λέγοντας: «Ακριβώς. Όσο το δυνατόν μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού εμβολιαστεί και σίγουρα να μην ξεχνούμε τα κλασικά μέτρα προφύλαξης, δηλαδή αποστάσεις μεταξύ των ανθρώπων, ο καλός αερισμός στο χώρο στον οποίο διακινούμαστε, και σίγουρα η μάσκα σε κλειστούς και συνωστισμένους χώρους, η οποία φάνηκε ότι δουλεύει και θα πρέπει να την συνεχίσουμε, καλώς ή κακώς».
Ερωτηθείσα αν αυτή η αύξηση που βλέπουμε οφείλεται στην μετάλλαξη Δέλτα, η κ. Κολιού είπε ότι παίζει ρόλο και η μετάλλαξη, αλλά σίγουρα είναι και θέμα συμπεριφοράς.
«Αντιλαμβάνεστε, κόσμος νεαρός, οι οποίοςι ήταν ανεμβολίαστοι επιδόθηκαν σε πάρτι, σε τελετές αποφοίτησης, μετά από τις οποίες διασκέδαζαν, σε διάφορες εκδηλώσεις σε κέντρα αναψυχής, αλλά και από άλλους χώρους, όπως από γάμους, από συναντήσεις άλλες, που και εκεί δε υπήρχαν καθόλου μέτρα προφύλαξης. Επομένως, είναι κοινωνικές εκδηλώσεις που έκανε ο κόσμος, στις οποίες δεν λαμβάνονταν καθόλου μέτρα», πρόσθεσε.
Και το αποτέλεσμα, συνέχισε η δρ Κολιού, «ήταν βέβαια να έχουμε κρούσματα, να έχουμε μετάδοση σε συνδυασμό το πιο πιθανόν και με την μετάλλαξη Δέλτα, η οποία ξέρουμε ότι είναι στην Κύπρο και η οποία με βάση προβλέψεις της ΕΕ θα επικρατήσει εντός των επόμενων εβδομάδων και στην Κύπρο, γιατί έχει μεγάλη μεταδοτικότητα, όπως ξέρουμε, πιο μεγάλη από το στέλεχος Α, που ήταν προηγουμένως, την βρετανική μετάλλαξη δηλαδή».
Απαντώντας σε ερώτηση πόσο χρονικό διάστημα πρέπει να περάσει για να διαφανεί αν τα μέτρα που έχουν παρθεί θα ελαχιστοποιήσουν ή αναχαιτίσουν τον ιό, η δρ Κολιού είπε ότι «αν θεωρήσουμε ότι ξεκινούν σήμερα τα μέτρα, αντιλαμβάνεστε θα περάσει πάνω από εβδομάδα για να δούμε την διαφορά, ούτως ώστε να κοπούν ουσιαστικά οι αλυσίδες μετάδοσης».
«Πιθανώς να έχουμε και άλλη αύξηση στις πρώτες μέρες και μετά να αρχίσει να φαίνεται η ελάττωση», κατέληξε η δρ Κολιού.