ο Υπουργείο Υγείας, κατόπιν ενημέρωσης που έλαβε από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC) για τα αποτελέσματα της αλληλούχισης στελεχών του ιού SARS-CoV-2 σε θετικά δείγματα που διεκπεραιώθηκαν σε εξειδικευμένο εργαστήριο του εξωτερικού, ενημερώνει ότι ανιχνεύθηκαν παραλλαγές του ιού σε 170 δείγματα. Τα δείγματα αφορούν θετικά περιστατικά που εντοπίστηκαν την περίοδο 9 Μαρτίου μέχρι 11 Ιουνίου.
Πιο συγκεκριμένα, από τα 170 δείγματα προκύπτουν τα εξής αποτελέσματα:
– στα 158 ταυτοποιήθηκε το στέλεχος Β.1.1.7 (αγγλικό στέλεχος)
– στα 5 ανιχνεύθηκε το στέλεχος Β.1.617.2 (ινδικό στέλεχος – μετάλλαξη «Δέλτα»). Τα 5 δείγματα που ταυτοποιήθηκαν με το ινδικό στέλεχος αφορούν περιστατικά, οι δειγματοληψίες των οποίων έγιναν στις 25 Απριλίου (1 δείγμα), στις 20 Μαΐου (2 δείγματα), στις 21 Μαΐου (1 δείγμα) και στις 26 Μαΐου (1 δείγμα).
– στα 7 δείγματα εντοπίστηκε το στέλεχος Β.1.525, το οποίο κατά το ECDC τοποθετείται στις παραλλαγές ενδιαφέροντος (variants of interest) και όχι στις παραλλαγές ανησυχίας (variants of concern) όπως το βρετανικό, το νοτιοαφρικανικό, το βραζιλιάνικο και το ινδικό στέλεχος. Προς το παρόν, δεν υπάρχουν επιστημονικές αποδείξεις ότι η παραλλαγή αυτή προκαλεί σοβαρότερη ασθένεια ή αυξάνει τη μεταδοτικότητα, ωστόσο, οι αρμόδιοι οργανισμοί διεθνώς παρακολουθούν προσεκτικά την εξέλιξή της.
Παρόλο που θα πρέπει να επιβεβαιωθεί με περισσότερα δείγματα για να εξαχθούν πιο ασφαλή συμπεράσματα, το γεγονός ότι από 143 δείγματα που λήφθηκαν την περίοδο 3-16 Μαΐου, στα 2 εντοπίστηκε η ινδική μετάλλαξη (ποσοστό 1,4%) και από τα 44 δείγματα της περιόδου 17-30 Μαΐου, στα 4 εντοπίστηκε η ινδική μετάλλαξη (ποσοστό 9,1%) δείχνει μια αύξηση της παρουσίας της ινδικής μετάλλαξης στην Κύπρο.
Το δεδομένο της ύπαρξης της ινδικής μετάλλαξης στην κοινότητα έχει ήδη αρχίσει να επηρεάζει τους επιδημιολογικούς δείκτες στη χώρα μας με την αύξηση των κρουσμάτων, αλλά και των νοσηλειών, κυρίως σε άτομα κάτω των 40 ετών. Όπως επισημαίνει το ECDC, η παραλλαγή «Δέλτα» αναμένεται να κυριαρχήσει στην Ευρώπη το επόμενο διάστημα, και κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για αύξηση της διασποράς και των περιστατικών σοβαρής νόσησης, ιδιαίτερα ανάμεσα σε νεαρά άτομα. Ο μοναδικός τρόπος αποτροπής της εμφάνισης νέων επιθετικών στελεχών και εξάπλωσής τους είναι ο εμβολιασμός, με την επιστημονική κοινότητα να σημειώνει ότι για να υπάρχει η μέγιστη επιθυμητή αποτελεσματικότητα από τον εμβολιασμό, χρειάζεται να ολοκληρώνεται το εμβολιαστικό σχήμα, με τη χορήγηση και των δύο δόσεων στις περιπτώσεις εμβολίων που είναι διπλής δόσης.